Αυτές οι ημέρες είναι ημέρες μνήμης. Πάντα τέτοια εποχή παρακολουθούμε τις
εκπομπές στην τηλεόραση και διαβάζουμε περισσότερα βιβλία που έχουν να κάνουν
με τη δύσκολη εκείνη εποχή του Αλβανικού έπους, της Γερμανικής Κατοχής, με τα
Δεκεμβριανά αργότερα και την κατάληξη του Εμφυλίου...Όλα ενωμένα. Μια ιστορία
που κάνει κύκλους στις πλάτες εκείνων που είναι ανίσχυροι στην γνώση. Στη γνώση
που φέρνει η εμπειρία, στη γνώση που φέρνει η εκπαίδευση, στη γνώση που φέρνει
η ιστορία...Λαοί ανίσχυροι γιατί ξέχασαν.Όποιος ξεχνάει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει...έτσι δεν λένε;
Έχω διαβάσει δεκάδες υπέροχες αναρτήσεις τις τελευταίες ημέρες, όπως αυτή του Πιγκουίνου που με συγκλόνισε ή αυτή στο Blog Το σούσουρο που με συγκίνησε, ή το Πόλεμος και Ειρήνη που βρήκα εκπληκτικό και βέβαια αυτή με το Τι είναι φασισμός, που με διακίνησε για αυτή την ανάρτηση. Ίσως αδικώ κάποιες γιατί διάβασα πολλά εξαιρετικά άρθρα σε σχέση με τον πόλεμο και την ειρήνη και το φασισμό και την αναβίωση του στη χώρα μας.
Έχω διαβάσει δεκάδες υπέροχες αναρτήσεις τις τελευταίες ημέρες, όπως αυτή του Πιγκουίνου που με συγκλόνισε ή αυτή στο Blog Το σούσουρο που με συγκίνησε, ή το Πόλεμος και Ειρήνη που βρήκα εκπληκτικό και βέβαια αυτή με το Τι είναι φασισμός, που με διακίνησε για αυτή την ανάρτηση. Ίσως αδικώ κάποιες γιατί διάβασα πολλά εξαιρετικά άρθρα σε σχέση με τον πόλεμο και την ειρήνη και το φασισμό και την αναβίωση του στη χώρα μας.
Η ιστορία είναι μαγική κι είναι γραμμένη από τους παππούδες
μας. Από αυτούς που την περπάτησαν. Τα παιδιά ξέρουν λίγα ακόμη για όλα αυτά, μα
δεν παραλείπουμε τέτοιες ημέρες να τους μιλήσουμε για τους προπαππούδες τους
που ήταν εκεί. Στο Αλβανικό μέτωπο κι αργότερα στην αντίσταση. Ο παππούς μου ο μπάρμπα
Νίκος, ήταν στα Αντιαεροπορικά πυροβόλα και θυμάμαι αμυδρά δυστυχώς, τις
ιστορίες που έλεγε για το πως γύρισαν περπατώντας από το μέτωπο, νηστικοί, και
ταλαιπωρημένοι μέσα στην ψείρα.
Θυμάμαι ακόμη σαν χθες την ιστορία της γιαγιάς
μου της Κατερίνας που οι Γερμανοί μπήκαν στο σπίτι και σκότωσαν τον άντρα της αδερφής της, μπροστά στα έντρομα μάτια των παιδιών τους
αφήνοντας την χήρα με τέσσερα ορφανά στα 26 της...Την γιαγιά Ελένη που πέθανε
κοντά 90 χρονών στην Αυστραλία κι ακόμη θυμόταν εκείνον κι έκλαιγε...
Ο παππούς του Πανατζή που έχει και το όνομα του, ήταν δάσκαλος και είχε τον βαθμό
του Υπολοχαγού. Έχοντας σκοτωθεί όλοι οι ανώτεροι του ήταν εκείνος που ως
Διοικητής οδήγησε το πρώτο Τάγμα και κατέλαβε την Κοριτσά για να γυρίσει ως
ξυπόλητος ήρωας στην πατρίδα και να πολεμήσει μετά με τον ΕΛΑΣ, κυνηγημένος.
Ως δάσκαλος κατέγραφε τα πάντα κι έχουν μείνει οι λέξεις του
στο ημερολόγιο που κρατούσε σε όλη αυτή την περιπέτεια γράφοντας πως περίμεναν μάταια τροφοδοσία και το βράδυ
μοιράζονταν με τους συντρόφους συμπολεμιστές, ανά δύο μια σταφίδα...
Υπάρχουν και στις δικές μας οικογένειες όπως και σε όλων των
Ελλήνων απίστευτες ιστορίες πολέμου και πόνου. Κι αυτό αν μη τι άλλο μας κάνει περήφανους...μα
δεν αρκεί. Χρειάζεται κάτι παραπάνω για να κρατήσεις μια φλόγα ζωντανή. Χρειάζεται
δουλειά. Πρέπει να δουλέψεις για την ειρήνη...
Σκέφτομαι πως ο πόλεμος γεννάει
φονιάδες μα γεννάει και ήρωες. Για εμένα μια ηρωική φιγούρα που με στοιχειώνει
κυριολεκτικά είναι η Λέλα Καραγιάννη. Πολύτεκνη μητέρα, αντιστασιακή που πάλεψε για την λευτεριά της πατρίδα της. Κι όταν ο
Γερμανός αξιωματικός της έφερε μπροστά της τα κακοποιημένα παιδιά της ως μέτρο
πίεσης για να μιλήσει, εκείνη του είπε « τα παιδιά μου εγώ τα γέννησα, είναι
δικά μου... αλλά ανήκουν στην πατρίδα.»
Αυτή η γυναίκα δούλεψε για την ειρήνη!! Βλέπω κάθε χρόνο το υπέροχο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ,
όπου ένας από τους γιους της μιλάει για εκείνη… Δείτε το με την πρώτη ευκαιρία και θα καταλάβετε τι εννοώ. Άφησε μαχητές πίσω της η γυναίκα αυτή. Η μάνα. Γιους και κόρες που δούλεψαν για έναν ανώτερο σκοπό. Την ίδια τη ζωή. Καθαρή, ειρηνική, δίκαιη. Αυτός ήταν ο προορισμός της.
Σκέφτομαι αυτή τη μητέρα που η μητρότητα δεν ήταν αρκετή για να τη λυγίσει. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι πρόδωσε έτσι τα παιδιά της και το χρέος της ως μητέρα να τα προστατεύει… Μα αν ακούσετε την συνέντευξη του γιου της, θα δείτε ότι αυτό ακριβώς απέφυγε την ώρα που δεν λύγιζε. Το χρέος της ήταν αυτά τα παιδιά κι έπρεπε να σταθεί δυνατή για εκείνους, για να τους αποδείξει ότι δεν έλεγε ψέματα για όλα αυτά που πίστευε.
Κάθε τέτοιες ημέρες ο Πα έπαιρνε τα παιδιά για να παρακολουθήσουν την παρέλαση. Κάθε χρόνο ανελλιπώς…
Έχουμε φωτογραφίες από τον Άγγελο από τότε που ήταν 11 μηνών, την πρώτη του φορά και τον Γιώργο τεσσάρων. Κάθε χρόνο εκτός από πέρσι και φέτος… που κάτι έσπασε. Τότε ο μπαμπάς σταμάτησε να πηγαίνει τα παιδιά στις παρελάσεις κι άρχισε η μαμά να τα πηγαίνει στις πορείες… Μα αυτό είναι μια άλλη ιστορία… ή μήπως όχι;
Τον τελευταίο καιρό η έξαρση του φασισμού στη χώρα μας κάνει
τις ιστορίες αυτές όλο και πιο επίκαιρες. Η φτώχεια βοηθά να ξυπνήσει ο φόβος
κι ο θυμός κι η οργή και το μίσος και σαν φίδια να συρθούν για να πνίξουν τους αδύναμους. Έχουμε φωτογραφίες από τον Άγγελο από τότε που ήταν 11 μηνών, την πρώτη του φορά και τον Γιώργο τεσσάρων. Κάθε χρόνο εκτός από πέρσι και φέτος… που κάτι έσπασε. Τότε ο μπαμπάς σταμάτησε να πηγαίνει τα παιδιά στις παρελάσεις κι άρχισε η μαμά να τα πηγαίνει στις πορείες… Μα αυτό είναι μια άλλη ιστορία… ή μήπως όχι;
Όχι δεν είμαι σε θέση να κάνω πολιτικές αναλύσεις. Θέλω όμως να μοιραστώ μαζί σας την εμπειρία μου από την αναβίωση του νεοναζισμού στην Γερμανία αμέσως μετά το γκρέμισμα του τείχους. Σε μια περίοδο κρίσης θεσμών, ιδεών και οικονομίας.
Ήμουν έφηβη και ζούσα εκεί με τους γονείς μου. Λάβαμε ένα γράμμα όπως και χιλιάδες άλλοι μετανάστες τότε, που μας πρόσταζε να φύγουμε από την χώρα τους. Ήταν ένα γράμμα ενός επίσημου φασιστικού κόμματος.
Θυμάμαι συχνά τον μπαμπά μου να έρχεται σπίτι αναστατωμένος γιατί είχαν μαζευτεί νεοναζί έξω από το εστιατόριο που είχαμε και φώναζαν ρατσιστικά συνθήματα και απειλούσαν ότι θα το κάψουν. Θυμάμαι ότι ο νεαρός που έμενε στον κάτω όροφο του σπιτιού μας, ξύρισε τα μαλλιά του και φορούσε μαύρα ρούχα και άρβυλα και λευκές τιράντες και θυμάμαι πως κάθε φορά που καθόταν με τους υπόλοιπους τρομακτικούς φίλους του στην είσοδο φοβόμουν να περάσω. Θυμάμαι πως όταν έβλεπα νεοναζί κατέβαζα το κεφάλι και περπατούσα γρήγορα, θυμάμαι πως αν μπορούσα άλλαζα δρόμο και θυμάμαι πως ευχόμουν να έχω και εγώ ξανθά μαλλιά και ανοιχτό δέρμα για να είμαι αόρατη. Θυμάμαι ότι όταν αισθανόμουν απειλή, φορούσα την κουκούλα για να μην φαίνονται τα μαλλιά μου.Θυμάμαι σε εστιατόριο να καθόμαστε όλοι μαζί σε ένα τραπέζι κι άνθρωποι να παίρνουν το δίσκο τους και να φεύγουν για να μην κάτσουν με ξένους.Θυμάμαι τη μαμά μου να μας κοιτά σιωπηλά και άλλοτε να χαμογελά κι άλλοτε να ζητά το λόγο "Γιατί σηκωθήκατε;Σας ενοχλήσαμε;"
Θυμάμαι το "Ausländer Raus" (έξω οι ξένοι), να ήχει στα αυτιά μου γεμίζοντας με, με θυμό.
Θυμάμαι στην τηλεόραση, την φρίκη του πογκρόμ στο Ροστόκ με τους χιλιάδες
ναζί διαδηλωτές και τις φωτιές να καίνε για μέρες το Κέντρο μεταναστών και μετά
αναταραχές για μήνες και φωτιές σε σπίτια και μετανάστες σαν εμένα και την
οικογένεια μου, να καίγονται ζωντανοί.
Ημουν η ξένη και θυμάμαι το φόβο του να είσαι ξένος και να μην ανήκεις εκεί
που ζεις. Το θυμάμαι σαν χθες… Ύστερα η ζωή μου έστειλε ένα δώρο. Το Καζαβίτι.
Εκεί γνώρισα έναν νεαρό Γερμανό νεοναζί. Τον Τιμ. Ήρθαν όλες οι τρομακτικές μνήμες. Το πρόσωπο του έμοιαζε με φιδιού. Ήταν σαν να μην είχε χαμόγελο, το στόμα του ήταν μια γραμμή. 17 χρονών απίστευτα άγριος και θυμωμένος. Στο στήθος του είχε ένα τατουάζ με μια πελώρια σβάστικα, στα δάχτυλα του τατουάζ που σχημάτιζαν τη λέξη "Μίσος", τα μαλλιά του ήταν ξυρισμένα και ενώ είχε 40 βαθμούς φορούσε μαύρα ρούχα και μαύρες αρβύλες με άσπρα κορδόνια…
Τραγουδούσε φασιστικά τραγούδια με την έντονη γερμανική προφορά του κι ήταν απίστευτα τρομακτικός όταν στο τέλος κάθε τραγουδιού ορθώνονταν με ορμή, φωνάζοντας με το χέρι τεντωμένο “Sieg hail”.
Τον φοβόμουν κι ένιωθα μια πελώρια αποστροφή… Στο σπίτι ζούσε κι ένας άλλος νεαρός ακροαριστερός, ο Λέο. Φορούσε μαύρα άρβυλα με κόκκινα κορδόνια, είχε μακριά μαλλιά κι ήταν χορτοφάγος… Είχαν κι οι δύο την ίδια εμμονή με τα πιστεύω τους, απλά ο Λέο δεν ήταν επικίνδυνος κι επιθετικός... σε αντίθεση με τον Τιμ. Ένα πρωινό βρήκα στην κουζίνα τον Τιμ να κρατάει ένα μαχαίρι στο λαιμό του Λέο κι άρχισα να ουρλιάζω. Ο Νίκος μπήκε στην κουζίνα για να σταθεί αγέρωχος στην πόρτα και σε απόλυτη ηρεμία είπε απλώνοντας το χέρι του, "δώσε μου το μαχαίρι"… κι ο Τιμ απλά του το έδωσε. Θυμάμαι σιγά σιγά την Νίτσα και τον Νίκο να περιορίζουν τις συμπεριφορές του και μέρα με τη μέρα τον έβλεπα να αλλάζει.
Αυτό το παιδί δεν θα το ξεχάσω ποτέ και νομίζω το ίδιο κι
εκείνος. Τον αγάπησα βαθιά...
Το Ελληνικό καλοκαίρι σιγά σιγά τον συνεπήρε και δεν ζήτησε να κόψει τα μαλλιά του όταν εκείνα άρχισαν να μεγαλώνουν. Σταμάτησε να ξυρίζεται κι άφησε ένα μικρό γενάκι και κάποια μέρα φόρεσε μια μπλε μπλούζα κι ύστερα μια γαλάζια. Έβγαλε μια μέρα στη θάλασσα τα άρβυλα και δεν θυμήθηκε να τα ξαναβάλει κι άρχισε να γελάει και το πρόσωπο του απέκτησε μια λάμψη και τα μάτια του έγιναν στρόγγυλα και φωτεινά.
Όταν έπαθε ένα ατύχημα με το μηχανάκι στο νοσοκομείο έκανα τη μεταφράστρια κι όταν του έκοψαν την μπλούζα ο γιατρός κι οι νοσοκόμες κοκάλωσαν βλέποντας τη σβάστικα στο στήθος του, ο γιατρός με κοίταξε και με ρώτησε «τι είναι αυτό;»
Δεν μπορούσα να του εξηγήσω και έμεινα εκεί να τον κοιτάζω κι εκείνος ψιθύρισε «θα έπρεπε να σε αφήσω να πεθάνεις αλήτη» και έκανε το καθήκον του, συνεχίζοντας να ράβει προσεκτικά την πληγή…
Έχω μια φωτογραφία τους δυο μας με εκείνο το μηχανάκι μούσκεμα από μια καλοκαιρινή μπόρα να γελάμε ευτυχισμένοι δίπλα στο εκκλησάκι του προφήτη Ηλία...Είχε αγαπήσει για πρώτη φορά στη ζωή του ξένους.Η οργή είχε καταλαγιάσει, έστω για λίγο!Το Ελληνικό καλοκαίρι σιγά σιγά τον συνεπήρε και δεν ζήτησε να κόψει τα μαλλιά του όταν εκείνα άρχισαν να μεγαλώνουν. Σταμάτησε να ξυρίζεται κι άφησε ένα μικρό γενάκι και κάποια μέρα φόρεσε μια μπλε μπλούζα κι ύστερα μια γαλάζια. Έβγαλε μια μέρα στη θάλασσα τα άρβυλα και δεν θυμήθηκε να τα ξαναβάλει κι άρχισε να γελάει και το πρόσωπο του απέκτησε μια λάμψη και τα μάτια του έγιναν στρόγγυλα και φωτεινά.
Όταν έπαθε ένα ατύχημα με το μηχανάκι στο νοσοκομείο έκανα τη μεταφράστρια κι όταν του έκοψαν την μπλούζα ο γιατρός κι οι νοσοκόμες κοκάλωσαν βλέποντας τη σβάστικα στο στήθος του, ο γιατρός με κοίταξε και με ρώτησε «τι είναι αυτό;»
Δεν μπορούσα να του εξηγήσω και έμεινα εκεί να τον κοιτάζω κι εκείνος ψιθύρισε «θα έπρεπε να σε αφήσω να πεθάνεις αλήτη» και έκανε το καθήκον του, συνεχίζοντας να ράβει προσεκτικά την πληγή…
Φεύγοντας μου έγραψε δυο λόγια...
"... δεν συμφωνώ ότι χρειαζόμουν αγάπη μα έμαθα να μισώ!"
Δεν είχε σβήσει όλο το παρελθόν μέσα του...Ο χρόνος ήταν λίγος! Το καλοκαίρι πέρασε κι ο Τιμ γύρισε στην πατρίδα του και αργότερα φυλακίστηκε γιατί μαχαίρωσε έναν νέγρο…
Διαβάζω για το δεκάχρονο παιδί που σκότωσε τον ναζί πατέρα του γιατί τον κακοποιούσε.Οι ψυχολόγοι ανέλυαν την συμπεριφορά του με γνώμονα την εξοικείωση του με τη βία. Είναι απλά ανατριχιαστικό το τι παθαίνει το μυαλό ενός παιδιού όταν η βία και το μίσος είναι επιτρεπτά. Είναι ανατριχιαστικό γιατί αυτό το παιδί έχει την ηλικία του γιου μου.
Έγραψα πολλά το ξέρω. Όλα αυτά είναι ο δικός μου κύκλος. Η
δική μου ιστορία, έτσι όπως έζησα το μίσος, όπως πέρασε από δίπλα μου, χωρίς
ευτυχώς να με ακουμπήσει.
Και να τώρα το μίσος
είναι πάλι εδώ και απειλεί να ακουμπήσει τα παιδιά μου, απειλεί να ακουμπήσει τους
φίλους τους. Το μίσος είναι εδώ, όταν ο γιος μου γυρνώντας από το σχολείο, μου
λέει πως οι Αλβανοί είναι κακοί κι όταν τον ρωτάω αν ο κολλητός του φίλος που
είναι Αλβανός είναι κακός, με κοιτάζει τρομαγμένος, γιατί δεν ξέρει τι σημαίνει Αλβανός, ξέρει μόνο να αγαπάει το φίλο του.
Αναρωτιέμαι, θα είμαι πιο δυνατή εγώ ή ο φόβος; Θα είμαι πιο
δυνατή εγώ ή το μίσος;
Σήμερα είναι η δική μου σειρά να μεγαλώσω τους ανθρώπους που
θα πιστέψουν στην Ελευθερία, τη Δικαιοσύνη και την Δημοκρατία και στο δικαίωμα όλων των ανθρώπων απέναντι τους.
Σήμερα είναι η δική μου σειρά να γίνω πιο δυνατή από το φόβο
και το μίσος για να μεγαλώσω παιδιά που δεν θα γίνουν νάνοι απέναντι στην οργή. Είναι η σειρά μου να μεγαλώσω ανθρώπους μεγαλύτερους από τον φόβο τους...Αυτή είναι η δουλειά μου. Αυτό είναι το χρέος μου.
Άραγε, θα τα καταφέρουμε;
Ω Θεέ μου… ας τα καταφέρουμε!
(τα ονόματα των παιδιών στο Κασαβίτι, άλλαξαν για ευνόητους λόγους)
Κατερίνα