Θαύμαζα τις γυναίκες που μπορούσαν να πλέξουν και παρόλο που η γιαγιά κι η μαμά μου προσπάθησαν δεν τα κατάφεραν να μου μάθουν. Δυσκολεύομαι πολύ να συγκεντρωθώ σε δημιουργίες που είναι λεπτομερείς και τόσο πολύπλοκες, με μέτρημα, με απόλυτη προσήλωση.
Θυμάμαι τη γιαγιά με τα ροζιασμένα χέρια και το τσιγκελάκι...ώρες. Ατέλειωτες ώρες να πλέκει και να μετρά με φωνή σιγανή και τα δάχτυλα της τα τραχιά σκάλωναν στο λεπτό ντελικάτο ύφασμα. Την θυμάμαι να ξηλώνει, να ξαναμετρά, να ισιώνει, να ενώνει...Τι δουλειά ! Τι χέρια μαγικά, τι μάτια γερακίσια κρυμμένα πίσω από τα μικρά της γυαλιά.
Όχι δεν μπορούσα να μάθω, δεν ήθελα, δεν άντεχα, όμως αγαπούσα τις δαντέλες της. "Νταντέλες" τις έλεγε και μου άρεσε τόσο να την ακούω αυτή τη λέξη από τα χείλη της. Αγαπούσα αυτή τη μυρωδιά τους που είχε κάτι από το ξύλο και την υγρασία από το παλιό σκρίνιο στη σάλα, που τα είχε όλα όμορφα στοιβαγμένα.
Χρόνια μετά οι δαντέλες είχαν την μυρωδιά από το merito ης μαμάς καθώς τις κολλάριζε ψεκάζοντάς τες στο σιδέρωμα.
Έχω ένα μπαούλο όμορφο με όλα τα κεντητά, των δυο σημαντικών γυναικών της ζωής μου. Μαμάς και γιαγιάς. Τα φυλάω, τα προσέχω μα δεν μου αρέσουν όλα αυτά τα κεντίδια για να τα στολίζω στο σπίτι. Τα αποφεύγω γενικά όλα, εκτός από τις δαντέλες...Αυτές έχουν κάτι από μια μνήμη που υπάρχει εκεί και ξεκουράζεται βαθιά μέσα στο σώμα και να, μόλις τις κοιτάξεις όλα ξεπηδούν.
Τα γέλια τα δάκρυα, τα λόγια, οι ξεχασμένες αγκαλιές, τα άσπρα μαλακά μαλλιά.
Έχω λίγα και καλά δαντελένια κεντητά, ένα αγαπημένο τραπεζομάντηλο, κάτι μικρά καρέ όπως τα λέει η μαμά μου, τα μαξιλάρια με τα δαντελένια τελειώματα και τις κουβέρτες.
Τα φροντίζω και τα προσέχω και κάθε καλοκαίρι βγάζω κάποια από αυτά και στολίζω το κρεββάτι. Η όμορφη κουβέρτα της γιαγιάς και τα μαξιλάρια της μαμάς...
Μια εικόνα τόσο καλοκαιρινή που με ταξιδεύει σε μπλε άγριες θάλασσες, σε έρημα ξωκλήσια, σε δροσερά δωμάτια με σφαλιστά παραθυρόφυλλα κι έναν ήλιο να τρυπώνει τα μεσημέρια από τις γρίλιες, με καθαρά ολόλευκα σεντόνια που μυρίζουν πάστρα...κι έξω τα τζιτζίκια...
έξω ο φλοίσβος που ανασαίνει...έξω φωνές από παιδιά που παίζουν...έξω η ζωή και το καλοκαίρι!
Έτσι είναι το δωμάτιο μας τα καλοκαίρια. Δεν είναι δωμάτιο, ούτε κρεβατοκάμαρα. Γίνεται η κάμαρη...Θέλω να θυμίζει κάτι από τα παλιά αξέχαστα μυθιστορήματα των παιδικών μου χρόνων και κάτι από Ρίτσο, από Σεφέρη κι από Ελύτη...Από μια άλλα πατρίδα που αγάπησα με μάτια παιδικά.
Όλα αυτά είναι μέσα μου. Οι μνήμες χαραγμένες στο σώμα μου...πως να τις περάσω στην επόμενη γενιά; Πως να μην τους αφήσω να ξεχάσουν όλα όσα εγώ αγάπησα; Πως να τους κάνω να αγαπήσουν κάποιον που δεν θα γνωρίσουν ποτέ; Πως να κρατήσω μέσα μου ζωντανές στιγμές και λόγια και χέρια...χέρια που έχουν πια να με χαϊδέψουν χρόνια και κάποτε πίστευα πως δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς το χάδι τους...κι εγώ έζησα...τι προδοσία...
...κι έφυγαν αυτοί οι αγαπημένοι και τα μόνο που έμεινε πίσω είναι τα πράγματα τους...οι καθαρές κολλαριστές δαντέλες που κάποτε θα σταματήσει κάποιος να αγαπά και θα τις αφήσει να κιτρινίσουν...τι θα έχει απομείνει τότε από όλες αυτές τις φευγάτες ψυχές;
Το σώμα σου στη στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνιας και του διάφανου
Βυθού, μέσα στο σπίτι με το σκρίνιο το παλιό
Τις κίτρινες νταντέλες και το κυπαρισσόξυλο
Μόνος να περιμένω που θα πρωτοφανείς
(Το Μονόγραμμα Ο. Ελύτης)
Μα όσο κι αν θέλω να μείνω εδώ...Στον πόνο, στο θρήνο, στην απογοήτευση, στο μάταιο της ζωής...ω!!!υπάρχει συνέχεια στο λατρεμένο αυτό ποίημα...Το κλείσιμο του χαρίζει, μια κρυφή προσδοκία, μια υπόσχεση, εκεί που δεν υπάρχει χρόνος, σε ένα νησί, στο δικό μου Παράδεισο, εκεί που δεν υπάρχει τέλος κι εκεί που δεν έχει πάτο, ρίχνω κι εγώ την ηχώ μου, για να μου θυμίζει κάθε πρωί που ξυπνώ όλα αυτά που έζησα και πέρασαν κι ήταν σπουδαία.
Όλους αυτούς που αγάπησα και χάθηκαν μα είναι εκεί στον Παράδεισο μου κι εγώ στο ανάμεσα...ανάμεσα στη γη και στον ουρανό.
Στο γήινο σώμα μου...στην πετούμενη πάντα ονειροπόλα ψυχή μου...μαζί τους.
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα
νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη
θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα
μικρήΈχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
Και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο.
Οσο ζω....δεν θα αφήσω καμιά από τις παλιές δαντέλες μου να κιτρινίσει...κι ελπίζω μια μέρα κάποιος άλλος να αφήσει την ηχώ του στον δικό μου Παράδεισο...γιατί θα μ' αγαπάει τόσο...
Καλημέρα αγαπημένοι...Καλό Ιούλη.
Κατερίνα
Καλημέρα και σε σένα!!Τα συναισθήματα που με κατακλύζουν,κάθε φορά που διαβάζω κείμενό σου,άπειρα και διαφορετικά!! Σε ευχαριστώ,σε ευχαριστώ!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑχ βρε Κατερίνα γιατί μου το έκανες αυτό πρωί πρωί;;; Τα θερμά μου συλλυπητήρια για τον αγαπημένο σας θείο. Δεν ξέρω τι άλλο να γράψω μετά από αυτό που μόλις διάβασα... Καλημέρα
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα τον θυμάσαι πάντα με αγάπη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχω ιδιάτερη αδυναμία σ'αυτό το ποίημα, με αγγίζει πάντα.
Πετούμενη πάντα ονειροπόλα ψυχή, δημιουργεί μετέωρα συναισθήματα αυτή η ανασφάλεια. Πώς θα αγαπήσουν κάποιον που δεν γνώρισαν ή γνώρισαν λίγο, πώς θα κρατήσουν "ζωντανά" όσα αγάπησα εγώ; Με παιδεύουν κι εμένα και μετά σκέφτομαι ότι κάπως υπάρχει μια συνέχεια. Αλλιώς σήμερα δεν θα έγραφες για δαντέλες, δεν θα σε νιώθαμε κι εμείς που σε διαβάσαμε. Ενώνεται το χθες με το αύριο και μεταφέρονται οι αιωρούμενες ψυχές στις εποχές. Τα φιλιά μου αγαπημένη. Με μια ευχή... όταν έρθει ο χειμώνας, πάλι κάμαρη να είναι. Όχι δωμάτιο, όχι κρεβατοκάμαρα :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΠως καταφέρνεις από το τίποτα να φτιάχνεις θησαυρούς!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟσο για τις δαντέλες πολυαγαπημένες μου και εμένα όπως και τα κοφτά, και ολα χειροποίητα από αγαπημένα πρόσωπα, όπως και όλα των παιδιών, φτιαγμενα με αγάπη και μεράκι, κάθε βελονιά και αγάπη, κάθε πόντος και θύμισες! όλα τα έχω φυλαγμένα και ας στριμωγνώμαστε εδω μέσα...όλα θα τους τα δώσω όταν θα φύγουν και εύχομαι να τους θυμίζουν αγαπημένα πρόσωπα, μα με πιάνει και ένας καημός που δεν θα είναι από τα δικά μου χερια..
ποσο συγκινήθηκα... κι εγω τις εχω τις δαντελες μου... σε μπαλουλα και ντουλάπες.. Κρατησα λίγα πραγματα για το σπίτι που ταιριάζουν... Ομως τις αγαπω και δεν τις αποχωρίζομαι.. Τις έκαναν οι γιαγιάδες μου.. Η μια ειναι ακομα μαζί μας.. πολλά φιλια Κατερινα μου..
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ δαντέλα είναι εύθραυστη σαν εσένα, ντελικάτη όπως τα όνειρά σου, αγνή όπως η αγάπη σου, λευκή σαν το φως του καλοκαιριού που τρυπώνει από το παραθύρι στην κάμαρή σου, αιώνια σαν τη θύμησή σου. Η δαντέλα είσαι εσύ, αγαπημένο μου πλάσμα....
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι εγώ τις λατρεύω! Όλα όσα μου έφτιαξαν γιαγιά και μαμά. Κι ακόμα τα στρώνω! Κυρίως τα καρέ και τα σεμέ (μ αρέσουν κι ας κάποιοι τα θεωρούν παλιομοδίτικα) αλλά και τις λευκές μαξιλαροθήκες με την δαντέλα στο τελείωμα. Θεωρώ πως είναι πιο σημαντικά και όμορφα από τα έτοιμα γιατί κάτι μας θυμίζουν!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο στρώσιμο του κρεβατιού μου πριν το γάμο το κρεβάτι στρώθηκε με την πλεχτή κουβέρτα της γιαγιάς κι ας μην ήταν εκεί μαζί μας. Ήταν σαν να ήταν...Και μετά μπήκαν τα όμορφα και καινούργια σεντόνια και κεντητά κουβερλί. Καθένα με την χάρη του!
Όμορφες φωτό Κατερινάκι! Φιλιά!
Kathy by anthomeli
Όμορφα όλα
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλάκια ...
Είμαι η Δέσποινα και τα λόγια σου μου θύμισαν και με ταξίδεψαν στην γλυκιά μου Παναγιώτα, προγιαγιά στην ιδιότητα, την έχασα καλοκαίρι όταν τελείωσα την πρώτη λυκείου. Όπως είπες και εσύ έχω αμέτρητες λευκές "νταντέλες" και αμέτρητα καλοκαίρια να την θυμάμαι να πλέκει και να αναρωτιέται, "Άραγε θα τα στρώσει καμιά σας ή τσάμπα βγάζω τα ματάκια μου;" αναφερόταν για τα δέκα δισέγγονα της και εμείς παραδίπλα να χαχανίζουμε και να της λέμε "Μη στεναχωρείσαι άμα βρεθεί ποτέ κανείς να μας παντρευτεί εμείς θα τα στρώσουμε". Ναι, εγώ τα στρώνω με πολύ πολύ αγάπη και σήμερα μετά το υπέροχο κείμενο σου, μου λείπει ακόμα πιο πολύ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι εγώ αγαπάω τις δαντέλες...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλη μια υπέροχη ανάρτηση γεμάτη εικόνες και συναίσθημα.
Καλό Ιούλιο και σε σένα.
Μας ταξίδεψες για άλλη μια φορά...υπέροχη ανάρτηση.... Καλό μήνα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή