Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Ω Γλυκύ μου Έαρ...

Τρία χρόνια πριν. Πάσχα. Μεσημέρι Μεγάλης Παρασκευής. Η εκκλησία είναι σχεδόν άδεια.

Κάθομαι σε ένα στασίδι μόνη και κοιτώ ευθεία μπροστά τον στολισμένο Επιτάφιο. Έξω έχει μια απίστευτη λιακάδα και τα παιδιά μόλις άναψαν τα κεράκια τους και πέρασαν κάτω από τον Επιτάφιο εξαφανίστηκαν στην μεγάλη κατάφυτη αυλή της εκκλησίας...Απόλυτη σιωπή παντού!
Κάθομαι εκεί μόνη και σιωπηλή.Το μυαλό μου είναι άδειο μα η καρδιά μου γεμάτη με συγκίνηση σαν να στέκομαι πραγματικά μπροστά σε έναν νεκρό...

Ακούω βήματα αργά, πολύ αργά...
Δίπλα μου περνά ένα παράξενο ζευγάρι. Εκείνος σαραντάρης, με ελαφρά γκρίζα μαλλιά. Πολύ ψηλός και ευθυτενής. Με μάτια καθαρά. Όμορφος. 
Κρατά από τη μέση μια γυναίκα.Το χέρι του μακρύ τυλίγει σχεδόν όλη την λεπτή, ντελικάτη μέση της. 
Τα δάχτυλα τους πλεγμένα με τρυφερότητα, καθώς με το άλλο χέρι, της κρατά απαλά την παλάμη. 

Περπατούν αργά...Τόσο αργά που μπορείς να παρατηρήσεις κάθε μικρή λεπτομέρεια στο βάδισμα τους...Εκείνη είναι μικρο καμωμένη, τόσο ντελικάτη, που νομίζεις θα σπάσει. Στέκεται για λίγο να ξαποστάσει κι εκείνος γέρνει απαλά το κεφάλι του και κοιτάζοντας την βαθιά στα μάτια τη ρωτά με αγωνία, με μια αληθινή αγάπη  "όλα καλά μαμά:" 
Εκείνη σηκώνει το βλέμμα, τον κοιτάζει με τόση γλυκιά σιωπή. Τόση αγάπη και του χαμογελά αχνά.Τον καθησυχάζει με τα μάτια της. Σαν μαμά...

Τα μαλλιά της έχουν την υφή του βαμβακιού. Το πρόσωπο της μοιάζει διάφανο, μεταξένιο...
"Σιγά σιγά", της ψιθυρίζει πάλι εκείνος κοιτάζοντας χαμηλά τα βήματα τους και συνεχίζουν αργά να προχωρούν στον μακρύ δροσερό, γεμάτο φως διάδρομο, για να  φτάσουν στον τόπο του προσκυνήματος...

Τη βοηθά απαλά, προσεκτικά να ανέβει το σκαλοπάτι κι ύστερα σχεδόν την παίρνει αγκαλιά κρατώντας την από τις μασχάλες για να την στηρίξει την ώρα που εκείνη σκύβει τρυφερά να φιλήσει τον Επιτάφιο.
Με το ένα του χέρι κάνει στα γρήγορα την προσευχή του και συνεχίζει να την κρατά, να την κοιτά, να την φροντίζει, σαν να είναι ο έρωτας του. Η ζωή του. Η τρυφερή του ευθύνη...

Τους φαντάστηκα χρόνια πριν. Εκείνος μικρούλης, με καθαρά ρούχα και καλο χτενισμένα μαλάκια κι εκείνη κομψή και λυγερή, να κρατά το μικρό του χέρι και να τον σηκώνει για να φιλήσει το Χριστούλη...
Δάκρυα...Μια θέρμη απλώθηκε στην καρδιά μου. Μια γαλήνη. Για τον κύκλο της ζωής. Για το ότι εκείνοι είχαν την ευλογία να τον ζήσουν. Για την αγάπη στο βλέμμα της. Για την φροντίδα στα χέρια του. Για τον τρόπο που της μιλούσε σαν να ήταν ένα μικρό εύθραυστο παιδί...αυτή η μαμά του, η γυναίκα που του έμαθε να είναι ένας άξιος, ευγενικός, άντρας.
Γι αυτή τη μαμά που ο γιος της την πήγε να προσκυνήσει τον Επιτάφιο...Για αυτή την αιώνια στιγμή που ζούσα κοιτάζοντας τους, με τα μάτια κολλημένα στα πλεγμένα χέρια, στο εύθραυστο σώμα της που έγερνε με ασφάλεια πάνω στο γιο της. Στο γιο της!


Έμεινα για λίγο εκεί, να σκουπίσω τα δάκρυα μου, να ξαναβρώ τον εαυτό μου κι ύστερα σηκώθηκα αργά και βγήκα στην αυλή. Τους κοίταξα από μακριά κι η καρδιά μου φούσκωσε από αγάπη. Κάθονταν σε ένα παγκάκι με τα πόδια να κουνιούνται κρεμασμένα και έλεγαν τα δικά τους γελώντας...Οι γιοί μου! Φαντάστηκα το γερασμένο χέρι μου, στο χέρι τους. Φαντάστηκα το μέλλον...Ευχήθηκα να το ζήσω. Να έχω την τιμή!

Με κοίταξαν και σαν σούστες σηκώθηκαν κι έτρεξαν στην αγκαλιά μου. Μια αγωνία στο βλέμμα τους"μαμά κλαις;"
"Ναι αγάπες μου, συγκινήθηκα"
"Γιατί, γιατί συγκινήθηκες μαμά:"

Ήθελα να τους πω για εκείνη την φοβερή εικόνα, του γιου με τη μαμά του. Ήθελα να τους πω, πως μέσα σε κάθε Εκκλησία σήμερα, Μεγάλη Παρασκευή, μια μάνα θρηνεί το παιδί της.
Ήθελα να τους πω, τι σημαίνει για έναν γονιό να μην έχει την ευλογία και την τύχη να δει τη συνέχεια του παιδιού του...
Ήθελα να τους πω, τι σημαίνει να χάνεις μια Άνοιξη...Μια Άνοιξη ανθρώπινη και θεϊκή μαζί!
Πως είναι να μην περιμένεις, καμιά Άνοιξη πια να σε ακουμπήσει...
...κοίταξα τα κεφάλια τους καθώς χώθηκαν κι οι δυο στην αγκαλιά μου, απλώνοντας τα χεράκια τους γύρω μου και φίλησα με λαχτάρα τα μαλλιά τους...

"Γιατί σας αγαπάω" είπα απαλά."Σας αγαπάω τόσο που πονάει η καρδιά μου"
Η ανησυχία τους εξανεμίστηκε στο λεπτό! "...κι εμείς σ'αγαπάμε μαμάαα..."μου είπαν συρτά, σαν να με διαβεβαίωναν με μια μικρή βαριεστημάρα, με την παιδική, τραχιά γλυκύτητα τους κι ύστερα εξαφανίστηκαν ορμώντας με ενθουσιασμό προς τα δέντρα...

Έμεινα εκεί στην κορυφή της ψηλής μαρμάρινης σκάλας, να αγναντεύω το παιχνίδι τους. Μόνη μα γεμάτη. Γεμάτη ως το μεδούλι με μια αγάπη που όμοια της δεν ήξερα πως υπήρχε λίγα χρόνια πριν...
Μέσα στην εκκλησία μια  Παναγία έπλενε τα πόδια του νεκρού γιου της. Μια μάνα θρηνούσε το παιδί της. Με σπαραγμό. Με μια θλίψη αιώνια...

Ω γλυκύ μου Έαρ...Ω γλυκύ μου Έαρ...

Πόσο λυπάμαι...πόσο λυπάμαι αγαπημένοι. Αγαπημένοι μου!!!Πόσο λυπάμαι...

Μεγάλη Παρασκευή...η πιο σκληρή, η πιο όμορφη Παρασκευή του χρόνου. Καλή Ανάσταση σε όλους...σε κάθε ψυχή! Σε κάθε μακρινή, μα ποτέ ξεχασμένη Άνοιξη...

Σε εσένα μικρέ...Σε εσάς, μαμά και μπαμπά και στον ποτέ ξεχασμένο, γιο σας...
                                                                                                                            Κατερίνα

Ένα κείμενο λατρεμένο που κάθε τέτοια εποχή ξαναθυμάμαι. Η Χαμένη Άνοιξη του αγαπημένου φίλου μου,  Κωνσταντίνου. 

Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Το σπίτι μας περιμένει το Πάσχα...

Κάθε φορά σαν έρχονται γιορτές κάνω σχέδια κι όνειρα και πάντα πάντα καταλήγω θυμωμένη κι απογοητευμένη με την έλλειψη χρόνου, με την έλλειψη των αγαπημένων μου...με την έλλειψη...


Μα πάντα το παλεύω τελικά...Σκέφτομαι πως αν δεν ήταν τα παιδιά δεν θα έμπαινα στον κόπο, να στολίσω, να ψήσω, να φουρνίσω...μα ίσως και να κάνω λάθος γιατί η χαρά είναι εσωτερική ανάγκη και ξεκινά από εμάς...
Έτσι όταν για ακόμη μια φορά βγήκαν από το πατάρι τα κουτιά με τα Πασχαλινά ήμουν φειδωλή...λίγα και καλά έτσι για τη χαρά της γιορτής είπα...και  μετά αφέθηκα. Αφέθηκα στα μικρά χρωματιστά αυγά, τα λαγουδάκια, τα παπάκια, τα καλαθάκια...
Τα συμπαθώ τόσο πολύ και μου είχαν λείψει τόσο και τελικά άρχισα να στολίζω το σπίτι και η χαρά με παρέσυρε για μια ακόμη φορά... 





Κι ύστερα σαν τα στολίζω κάθομαι και τα κοιτάζω και τα βρίσκω τόσο μα τόσο χαριτωμένα που θα ήθελα να μπορούσα να έχω χρόνο πολύ να πίνω νωχελικά τον καφέ μου και να κοιτάζω έξω από το παράθυρο τα σύννεφα να μαζεύονται την ώρα που έρχεται η μπόρα...


Αντίθετα βγάζω μια γρήγορη φωτογραφία και συνεχίζω να τρέχω και μέσα στην τρέλα μου λίγο πριν φτάσω στον προορισμό μου παίρνω απότομες στροφές για να προλάβω να φωτογραφίσω τη φουρτουνιασμένη θάλασσα, ένα πρωινό που ο Βαρδάρης μας πήρε τα μυαλά! 


Θα ήθελα να μπορούσα να μείνω εκεί να κοιτώ με άγρια χαρά την οργισμένη φούσκο θαλασσιά, μα συνέχισα να τρέχω για να προλάβω. Να προλάβω...

Φυτεύω στο μπαλκόνι μου τα πανέμορφα φρέσκα λουλούδια και θέλω τόσο να τους κάνω παρέα, μα λέω μετά...σε λίγο, αύριο...το Πάσχα, τις ημέρες της αργίας...


Λυπάμαι που δεν τα προλαβαίνω όλα και καμιά φορά νιώθω σαν να μην προλαβαίνω τα πιο σημαντικά...Τη ζωή, τα μάτια τους σαν με κοιτούν με λάμψη, τα μαλλιά τους να μεγαλώνουν και να θέλουν κούρεμα, τα αστεία τους, τις νέες ιστορίες που σκαρώνουν, εμένα και τους φίλους μου...από όλα λείπω...έτσι νιώθω.
Κι αν δεν λείπω είναι γιατί τρέχω...μα βαρέθηκα, κουράστηκα να τρέχω...κι αντί να σταματήσω τρέχω πιο γρήγορα, για να προλάβω!

Ξέρω αυτό συμβαίνει με όλους μας. Δεν είναι μόνο δικό μου "προνόμιο" αυτός ο τρελός ρυθμός ζωής!
Και τα Σαββατοκύριακα τρέχω να προλάβω να δώσω χαρά στα μικρά μου που μεγαλώνουν τόσο γρήγορα, μα όσο κι αν μεγαλώνουν θέλουν να κάνουν  πράγματα μαζί μου. Χαίρονται να μου φέρνουν αγριολούλουδα για τα βάζα ή να χτυπούν στο μίξερ τα γλυκά ή να βάφουμε μαζί αυγά...


Έτσι φέτος  τα χρωματιστά μας αυγά τα βάψαμε με  τον μικρό κι ένα φιλαράκι του κι ήταν τόσο τρυφερή αυτή η εικόνα καθώς ζωγράφιζαν με υπομονή το αυγό τους δημιουργώντας μια υπέροχη παλέτα χρωμάτων πάνω σε αυτό...



Τα πιο όμορφα αυγά της φετινής γιορτής!

...κι ύστερα ανάμεσα στα κενά μου τους παίρνω και βγαίνουμε έξω και μαζεύουμε λουλούδια και κλαδιά για να στολίσουμε κι άλλο κι άλλο και χαίρονται τόσο με αυτή την μικρή απλότητα, με αυτά τα δυο λεπτά...γιατί θα τα περάσουν μαζί μου κι εγώ μαζί τους.






...και μετά ανάμεσα στο υπόλοιπο κενό κι ενώ τα φαγητό βράζει ή τα παιδιά παίζουν και λίγο πριν φύγω,  κάθομαι για λίγο να κάνω τα δικά μου. Για μια μικρή στιγμή ηρεμίας, όπου μέσα σε λίγα λεπτά χρησιμοιοποιώντας την τεχνική της αγαπημένης Βέρας, θα γεμίσω με χαρούμενα αυγουλάκια ένα ακόμη καλάθι...έτσι για χαρά!




Και τα Σαββατοκύριακα θα προσπαθήσω και πάλι να βρω χρόνο για να κάνω ένα ωραίο γλυκό δοκιμαστική, έτσι ώστε τις γιορτινές μέρες να ξέρω αν θα είναι στο τραπέζι μας μετά το γεύμα και ναι!!!! 


για φέτος θα είναι αυτή η Πάβλοβα  σε μια λιγότερο πολύπλοκη μα πάντα κολασμένη  version και βέβαια μια ακόμη δοκιμή  τα απλά τσουρεκάκια που ξετρελαίνουν τα παιδιά, με δικά μας Πασχαλινά μπαχαρικά κι όχι αυτά της  συνταγής, για να ξαναθυμηθώ τη συνταγή και να μου πετύχουν τα τσουρέκια γιατί όλη η μαγεία των γιορτών κρύβεται τα μελομακάρονα τα Χριστούγεννα και τα τσουρέκια το Πάσχα!


...κι έτσι απλά μπήκαμε κι επίσημα στη Μεγάλη Εβδομάδα κι εγώ νιώθω πανέτοιμη και πάλι...Να γιορτάσω μαζί με αυτούς που είναι δίπλα μου, μα και με τη σκέψη όλων όσων είναι μακριά μου...Με τη μνήμη καταχωρημένη σε κάθε κύτταρο μου, με τα γέλια, τις μυρωδιές, τις αυλές, τα ζυμάρια, τα χέρια, τα μάτια...
Με όλα πάλι εκεί. Πάντα εκεί για εμένα, για αυτούς που ήρθαν, για αυτούς που έρχονται...Παρέα με όλα όσα ζήσαμε, με όλους όσους τα μοιραστήκαμε και τραβά πια ο καθένας τον δρόμο του...

Κάθε χρόνο στις γιορτές λίγο πριν...χάνω το νόημα. Χάνω εμένα, μα με ξαναβρίσκω ανάμεσα σε εικόνες και μνήμες. Ανάμεσα σε ανθρώπους και συναισθήματα.
Μια γιορτή με τόση θλίψη. Μια γιορτή τόσο δυνατή. Γεμάτη Ελπίδα...Γεμάτη υποσχέσεις. Γεμάτη Ζωή!
Μεγάλη Εβδομάδα αγαπημένοι...Η μεγαλύτερη όλης της χρονιάς. Εύχομαι να τη ζήσουμε όλοι με κατάνυξη, καρτερικότητα, πίστη και συντροφικότητα προς τους ανθρώπους.


Ας κοιτάξουμε δίπλα μας...Κανείς μόνος, κανείς ξεχασμένος, κανείς αποκομμένος κι από αυτές τις γιορτές... Καλημέρα αγαπημένοι. Εύχομαι μια γαλήνια Μεγάλη Εβδομάδα....
                                                                                                                                               Κατερίνα

Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Τα κατσικάκια της Άνοιξης...

Αυτές οι μέρες μου φέρνουν πάντα μνήμες πολύ τρυφερές...Τις πρώτες ημέρες της Άνοιξης γεννιούνται τα αρνάκια και τα κατσικάκια...Ο παππούς μου ήταν βοσκός. Είχε κατσίκες που τις φρόντιζε με μεγάλη αγάπη και αυταπάρνηση. Τα ζώα ήταν όλη του η ζωή και όταν πάω πίσω και θυμάμαι όλα όσα ήξερε για τα ζώα του, νιώθω πως ήταν κάτι σαν γητευτής.

Μπορούσε να εξημερώσει άγριο σκύλο με το βλέμμα του και μόνο...Ήταν αυτή η γενιά ανθρώπων που μεγάλωσαν τόσο κοντά στα ζώα, που η ιεραρχία κι η αλληλοκατανόηση ήταν μια αυτονόητη κατάκτηση.  Πολλές φορές σκέφτομαι τα χρόνια εκείνα και συγκινούμαι γιατί οι παππούδες μου, μετέδωσαν στα εγγόνια τους την σχέση τους με τα ζώα. Τα ζώα ήταν πάντα μέρος της ζωής μας...
Έτσι κάθε που πιάνει η Άνοιξη θυμάμαι πως ήταν μια εποχή μεγάλης χαράς γιατί  γεννιόταν  τα κατσικάκια...Τι χαρά τεράστια!
Κι η χαρά ήταν μεγαλύτερη σαν έφερνε στο σπίτι κάποια από αυτά...

Πολλές φορές βλέπεις,  τα μικρά γεννιόνταν μέσα στο Φλεβάρη ή στο Μάρτη που είχε ακόμη κρύο πολύ. Θυμάμαι τον παππού τις μέρες εκείνες να φεύγει και να μένει νύχτες ολόκληρες στο μαντρί, για να φροντίζει τις ετοιμόγεννες κατσίκες. Θυμάμαι ξημερώματα να έρχεται σπίτι και να φέρνει τα νεογέννητα κατσικάκια.Το κρύο ήταν τόσο τσουχτερό κάποιες φορές που από φόβο μην πεθάνουν, τα έφερνε σπίτι.
Τα βάζαμε τότε σε καλαθάκια με πολλά και μαλακά πανιά και τα αφήναμε να ζεσταθούν δίπλα στη ξυλόσομπα. Θυμάμαι πως έμεναν μαζί μας για ημέρες και τα ταΐζαμε με το μπιμπερό. Τα πρωινά τα πήγαινε στη μαμά τους και τα βράδια τα ξανάφερνε σπίτι δίπλα στη ξυλόσομπα και μεγαλώναμε έτσι με τα κατσικάκια μαζί και τρελαινόμασταν από χαρά με τα ξαδέρφια μου. 
Τα κατσικάκια γινόταν φίλοι μας. Έτρεχαν ξοπίσω μας με τα μακριά λεπτά ποδαράκια τους, έκαναν τσαλίμια, μας σκουντουφλούσαν με το μικρό τους μέτωπο κάνοντας τον "καμπόσο" όπως έλεγε ο παππούς...δηλαδή το μάγκα...

Η Άνοιξη ήταν εποχή μεγάλης ευτυχίας γιατί πάντα ερχόταν σπίτι τα κατσικάκια και τα περιμέναμε με ενθουσιασμό! 
Η ζωή μου όλη εκείνες τις μέρες, ήταν το μικρό παχνί. Η παιδική χαρά μου. Έμπαινα μέσα και κυλιόμουν στα άχυρα μαζί με όλα τα μικρά μου φιλαράκια και γέμιζα άχυρα και λερωνόμουν μα δεν ένοιαζε κανέναν, ούτε βέβαια κι εμένα! Τα λάτρευα κι ακόμη και τώρα αγαπώ πολύ αυτά τα ζώα. Πανέξυπνα, ανεξάρτητα, πανούργα...και τόσο χαριτωμένα! Οι κατσίκες νιώθω πως είναι το alter ego μου... 

Baby Goat
Θυμάμαι ακόμη μια χρονιά δύσκολη...την εποχή που γεννήθηκαν τα κατσικάκια και μόλις αυτά δυνάμωσαν και δεν υπήρχε φόβος να παγώσουν από το κρύο, ο παππούς τα γύρισε στο παχνί με τη μαμά τους. Ένα βράδυ, έριξε μια απίστευτη βροχή. Μάρτης μήνας...Φούσκωσε το ποτάμι και τα πήρε όλα. Σπίτια, αμάξια, ζώα, τα πάντα. Πνίγηκαν πολλά ζωντανά των οικογενειών που ζούσαν εκεί κοντά.
Πνίγηκαν και κάποιες κατσίκες και κάποια μικρά δικά μας. Καταστροφή! Το μικρό μαντρί καταστράφηκε ολοσχερώς. Ο παππούς κι η γιαγιά ήταν απογοητευμένοι...ο παππούς απαρηγόρητος.Οι κατσίκες όλες είχαν ονόματα ήταν τα ζωντανά του, ήταν πολύτιμες και σημαντικές για εκείνον...Θυμάμαι την απέραντη θλίψη του και τα ζορισμένα μάτια του σαν τις θάβαμε...

Ανάμεσα στις απώλειες υπήρχαν τα μικρά μιας νεαρής κατσίκας. Η πρώτη της γέννα. Ταυτόχρονα είχε πνιγεί μια κατσίκα με τα μικρά της, αφήνοντας όμως ορφανό ένα μικρούλι...
Το μικρό έψαχνε απεγνωσμένα τη μαμά του. Πεινούσε, αρνούνταν να φάει με μπιμπερό και τριγυρνούσε μόνο κι αδύναμο στα χαμένα...Ήταν θέμα ημερών το να πεθάνει. 
Από την άλλη η κατσίκα που είχε χάσει τα μικρά της είχε χάσει τα μυαλά της. Πρώτη φορά έβλεπα την απελπισία στα μάτια ενός ζώου και με σόκαρε καθώς ήμουν παιδί, μα το θυμάμαι σαν χθες. 
Την θυμάμαι να σηκώνει το κεφάλι και να οσμίζεται τον αέρα.Την θυμάμαι να κοιτάζει μακριά, να ψάχνει παντού, να βελάζει ασταμάτητα, να τα φωνάζει...Δεν έτρωγε τίποτε, δεν έπινε νερό και θυμάμαι σε συζητήσεις με τη γιαγιά που λέγανε πως ήταν θέμα ημερών να πεθάνει, αν συνέχιζε έτσι. 
Ο παππούς προσπαθούσε να την κάνει να δεχτεί το μικρό ορφανό μα ήταν αδύνατο.Το μικρό προσπαθούσε να θηλάσει από το στήθος της μα εκείνη το έδιωχνε κι εκείνο απελπισμένο έτρεχε ξωπίσω της...

Θυμάμαι τον παππού, το σκεπτικό του βλέμμα και μετά τον είδα να παίρνει το φτυάρι και να τραβάει προς το ποτάμι όπου στις όχθες του είχε θάψει τα μικρά της κατσίκας...Μετά από λίγο γύρισε με το τομάρι που ανήκε σε ένα από τα νεκρά κατσικάκια. Το καθάρισε όπως όπως και κι έπειτα το έδεσε με σπάγκο, στη ράχη του μικρού ορφανού και το έβαλε στο στήθος της κατσίκας που είχε χάσει τα μικρά της. Εκείνη έκανε να το διώξει, μα  καθώς γύρισε απότομα, έβαλε τη μουσούδα της στο δέρμα του, το μύρισε κι αμέσως μετά το άφησε να θηλάσει. Θυμάμαι το κατσικάκι να κουνά με λαχτάρα την ουρά του κι επιτέλους να πίνει γάλα μετά από ημέρες και την κατσίκα, να ζωντανεύει μέσα σε λίγα λεπτά! Είχε ξαναγίνει μαμά....

Πέρασαν χρόνια πολλά, μα αυτή η εικόνα της σοφίας του παππού, είναι μέσα μου χαραγμένη. Ένας άνθρωπος απόλυτα εναρμονισμένος με τη  φύση και τους κύκλους της. Με τα ζώα και τις ανάγκες τους.
Σοφός κι ο ίδιος με γνώση απλή μα πελώρια που χάθηκε μαζί του. Κάθε τέτοια εποχή θυμάμαι τα κατσικάκια, τα παιδικά μας χρόνια με τα ξαδέρφια και το σπίτι που δίπλα στη ξυλόσομπα κοιμόντουσαν τα μικρά ζωντανά και ξάπλωνα  στο κιλίμι μαζί τους παιδί κι εγώ και κοιμόμουν αμέριμνη, με τις μικρές κατσικούλες αγκαλιά, σαν να ήταν τα κατοικίδια μας...Μα δεν ήταν δικά μας ήταν των μαμάδων τους κι ο παππούς κάθε μέρα τα γυρνούσε σε εκείνες...

Τον θυμάμαι έτσι γλυκό και σιωπηλό κι αναμαλλιασμένο ,να τριγυρνά με τα μικρά κατάλευκα ζωντανά στην αγκαλιά του...τόσο τρυφερή, τόσο τρυφερή εικόνα!
...κι ακόμη θυμάμαι σαν χθες, εκείνη τη χρονιά που η πλημμύρα του πήρε τα ζωντανά κι όμως κατάφερε να σώσει το μικρό από την εγκατάλειψη και την μαμά κατσίκα από τη θλίψη...

Αυτές οι μνήμες είναι τόσο πολύτιμες τόσο ζεστές που με συγκινούν πάντα.Τα ζώα έδιναν στην οικογένεια, το γάλα, το μαλλί, το κρέας τους και ο παππούς έτρεφε τεράστιο σεβασμό προς αυτά. 
Τα φρόντιζε, τα χάιδευε, τα αγαπούσε.Τον θυμάμαι να γελά κοιτάζοντας τα, να παίζει μαζί τους σαν ήταν μικρά, να πηγαίνει στο βουνό για να μαζέψει  τα πιο τρυφερά βλαστάρια για το τάισμα τους.

...κι όσο κι αν τη μνήμη της υπέροχης Άνοιξης που γεννιόντουσαν τα κατσικάκια ακολουθεί πάντα η μνήμη των ημερών του Πάσχα όπου κάποια από αυτά επρόκειτο να σφαγιαστούν για το Πασχαλινό τραπέζι...μια μνήμη σκληρή και γεμάτη πόνο, όπου όλα τα ξαδέρφια, ακόμη και τώρα, την θυμόμαστε με θυμό και κλάματα...και πάλι δεν μπορώ να μην νιώσω απέραντη αγάπη για εκείνους τους ανθρώπους, τους παππούδες μας που μέσα στην άγνοια τους για τη ζωή, φρόντιζαν με σεβασμό πελώριο τα ζωντανά τους...ακριβώς γιατί κάποια από αυτά επρόκειτο να γίνουν το φαγητό στο τραπέζι της φαμίλιας τους...

Λυπάμαι που τα δικά μου παιδιά δεν θα έχουν τέτοιες πολύτιμες εμπειρίες, να κρατήσουν. Λυπάμαι που αυτή η σημαντική γνώση δεν έχει τρόπο να περαστεί με ουσία στην επόμενη γενιά. Λυπάμαι που δεν μπορώ να τους διδάξω την αγάπη μέσα από την απλή παρατήρηση των ζώων.Μέσα από τα μάτια μιας μαμάς που έχασε τα μικρά της και θρηνεί για αυτά.Μέσα από τα μάτια ενός μικρού που θρηνεί για τη μαμά του...Τι κι αν είναι ζώα. Η θλίψη κατοικεί στις ψυχές και για να την νιώσεις δεν χρειάζεται να είσαι άνθρωπος...χρειάζεται απλά να ζεις...

Σκέφτομαι καμιά φορά, πόσο υπέροχα θα ήταν αυτή η απλότητα του παππού που έδεσε το κατσικοτόμαρο στο μικρό για να το δεχτεί η ξένη κατσίκα, να μπορούσε να σώσει και τις ανθρώπινες ψυχές...Μα η διαφορά φαντάζομαι κάθε ψυχής έχει να κάνει με το σώμα στο οποίο διάλεξε να κατοικήσει...κι οι ανθρώπινες ψυχές είναι τόσο πολύπλοκες...Τόσο πολύπλοκες αγαπημένοι μου...

Πλησιάζουμε στις πιο Άγιες ημέρες του χρόνου...κι έχει ήδη γεμίσει  με κατάνυξη η δική μου ψυχή. Έχει ήδη γεμίσει με μνήμες και θύμησες το μυαλό μου και περιμένω να  ζήσω με λαχτάρα σχεδόν παιδική αυτή την υπέροχη, την τόσο θηλυκή γιορτή... με αγάπη, με σεβασμό στη φύση και σε κάθε πλάσμα της, μα πάνω από όλα, με σεβασμό στον εαυτό μου...

Καλημέρα, καλημέρα...πλησιάζουμε...
                                                                                                                       Κατερίνα

Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

Μικρό Λευκό Κοχύλι. Μια αξέχαστη παρουσίαση.

Είχα αγωνία μεγάλη, όλη την εβδομάδα. Περίμενα την ημέρα της παρουσίασης με μια έξαψη κι έναν φόβο. Αν θα έχει κόσμο, αν θα έχουν νόημα αυτά που θα πω, αν θα πάει καλά, αν, αν, αν...
Περίμενα το ταξίδι στην Αθήνα με χαρά να δω την αδερφούλα μου και τα ανηψάκια μου και τον γαμπρό μου, που είχα να τους δω από το καλοκαίρι.Τα παιδιά δεν κρατιόντουσαν από τον ενθουσιασμό!

Κι ήρθε η μέρα...μια μέρα τρελή...Ο γαμπρός μου είπε στα παιδιά ανοίγοντας την πόρτα του σπιτιού τους να κάνουν ησυχία μιας και τα ξαδέρφια τους δεν ήξεραν τίποτε και θα τους κάναμε έκπληξη! Μα πριν προλάβουμε να κάνουμε εμείς την έκπληξη είδα μπροστά τη μαμά μου κι έπαθα εγώ σοκ...ΕΚΠΛΗΞΗΗΗΗΗ!!!
Ήρθες! Της είπα με ενθουσιασμό...Καλά δεν θα ερχόμουν! Απάντησε με απλότητα...αχ μαμά!

Μια τρέλα. Τα παιδιά τσίριζαν κι έτρεχαν μανιασμένα, εμείς σφιχταγκαλιαζόμασταν με δάκρυα στα μάτια κι οι άντρες μας αναρωτιόταν που έμπλεξαν!
Υπέροχα!

Έπρεπε να είμαι στο χώρο εκδήλωσης μια ώρα πριν...μα κατάφερα να φτάσω μόλις δέκα λεπτά πριν, αφού χαθήκαμε με την προσφάτως Αθηναία μα πάντα Βορειοελλαδίτισσα αδερφή στα στενά. Κόντεψα να μείνω από το άγχος και τα ψηλοτάκουνα  κι εκεί που είχαμε απογοητευτεί να σου μπροστά μας ο Χρήστος με την Ασπα...που πήγαιναν στην παρουσίαση! 
Τυχαίο; Όπως και τότε όταν κάναμε τις πρώτες δημοσιεύσεις κι ήμασταν στα χαμένα, εμφανίστηκαν και πάλι εκείνοι με το Μικροί Μεγάλοι και Μαμάδες Μπαμπάδες και μου έδειξαν το δρόμο...προς τα που να πάω με το blogging...σε ποιά ακριβώς κατεύθυνση! Να' τοι και πάλι εδώ! Να μας δείξουν τον δρόμο όταν ήμασταν ξανά στα χαμένα...

Φτάσαμε...με περίμεναν οι παρουσιαστές, αντί να τους περιμένω εγώ...Τι ντροπή!
Με υποδέχθηκε με μια απίστευτη γλυκύτητα ο ίδιος ο Κύριος Γαβριηλίδης. Μου έδωσε με ταπεινότητα το χέρι...Του έκανα με πληθωρικότητα μια αγκαλιά. Εκείνος χάρισε στο κοχύλι το ταξίδι του.Του άξιζαν πολλά περισσότερα από μια αγκαλιά...
Χαιρέτησα τον κόσμο ανέβηκα τις σκάλες κι έπεσα πάνω σε ένα πρόσωπο αγαπημένο...σκάλωσα! Η Αλεξάνδρα, είναι φίλη μου, η πρώτη εκδότρια όπως  συχνά λέω...μα μένει στη  Θεσσαλονίκη, την είχα δει λίγες μέρες πριν...το μυαλό μου δεν έπαιρνε στροφές. Τι κάνεις εδώ; Της ψιθύρισα...Μα ήταν δυνατόν να μην έρθω; μου απάντησε...
Τρελή!!! Απίστευτα τρελή...Ήθελα να κλάψω, ξανά!

Κόσμος ερχόταν και με χαιρετούσε, με αγκάλιαζε, μου έδινε πολύτιμα, σημαντικά δώρα και μου χάριζε απλόχερα τα συναισθήματα του! Είχα άγχος, ήμουν θολωμένη, τα έβλεπα και τα άκουγα όλα σαν μέσα από τούνελ...Φίλοι, γνωστοί, άγνωστοι. Με χαιρετούσαν, μου μιλούσαν. Κατέβηκα να βρω κάποιον υπεύθυνο. Στο μπαρ βρήκα τον φίλο Κωνσταντίνο, "μήπως να μείνω εδώ να πιούμε μερικές μπύρες και μετά απλά να εξαφανιστώ;" σκέφτηκα μάλλον φωναχτά γιατί εκείνος μου απάντησε μα δεν θυμάμαι τι...Ναι! Φοβόμουν πολύ...τι να έλεγα; Όλοι ήρθαν εδώ για εμένα...Τι τιμή.Τι άγχος!



Αρχίσαμε...Ο Βαγγέλης Προβιάς υπέροχος! Τρυφερός, αστείος, με μια γλυκύτητα και έναν σπαρακτικό σαρκασμό...Ήθελα να τον αγκαλιάσω, να τον φιλήσω, να τον φροντίσω, να κλάψω γοερά, να του ανάψω μια μαρκίζα τεράστια με φωτάκια που αναβοσβήνουν και γράφουν "ευχαριστώ"...Ευχαριστώ για την τιμή, για το γενναίο μοίρασμα, για τα λόγια, για την υπέροχη κριτική! Ο Βαγγέλης είναι γλυκός πολύ, μα με τεράστια εμπειρία στη συγγραφική τέχνη και  στο γραπτό λόγο. Στην τέχνη του πάνω, είναι αυστηρός πολύ. Κάθετος πολύ. Ουσιαστικός πολύ! Το να μιλά έτσι για δικό μου γραπτό με συγκίνησε. Με έκανε να νιώσω ευγνωμοσύνη!


 Ο  Χαράλαμπος Πουλόπουλος απίστευτος! Ακαδημαϊκός, επιστήμονας, άνθρωπος...Κουβαλάει μια γοητευτική επαγγελματική ιστορία, από τους πρωτοστάτες στη δημιουργία της Θεραπευτικής Κοινότητας Ιθάκη.  Απίστευτα απαιτητικός και απόλυτος στη δουλειά του μα απίστευτα ακέραιος και γεμάτος φροντίδα. Δουλέψαμε μαζί στο παρελθόν κι ένιωθα μεγάλη ευθύνη που καθόταν δίπλα μου, μεγάλη τιμή που θα μιλούσε για το βιβλίο μου. Μίλησε για εμένα και για το κοχύλι με τόση τρυφεράδα που σχεδόν ένιωσα ντροπή. Την ντροπή που νιώθεις μπροστά σε έναν άνθρωπο που θαυμάζεις βαθιά!


Και μετά μίλησαν όλοι αυτοί οι υπέροχοι άνθρωποι που ήταν εκεί. Εκείνοι που ήρθαν εκεί για εμένα! Αναγνώριζα κάποια πρόσωπα αγαπημένα. Φίλοι bloggers, (σας αγαπάω τρελόπαιδα) που γνωριζόμαστε τόσο καλά και με κοίταζαν με χαμόγελα γεμάτα φως! Φίλοι από τα παλιά, που είχα να τους δω πολύ καιρό. 
Κάποιοι μου ήταν ξένοι, μα μόλις μου μιλούσαν τους καταλάβαινα, καθώς ήταν αναγνώστες. Κάποιοι ήταν παντελώς άγνωστοι!  Έκαναν την τιμή να ταξιδέψουν, να αλλάξουν το πρόγραμμα τους, να αφήσουν την οικογένεια του βράδυ Παρασκευής ή να πάρουν τα παιδιά τους μαζί και να έρθουν εκεί...για εμένα! 
Ήθελα να ακούσω. Να νιώσουν όλοι την ευγνωμοσύνη μου για όλο αυτό που απλόχερα μου χάριζαν.Την φροντίδα, την αγάπη, το ενδιαφέρον τους. Υπήρχε συγκίνηση. Κάποιες στιγμές ένιωθα κι εγώ πως ήθελα να αφεθώ, να κλάψω. Μπροστά μου ακριβώς η μαμά να με κοιτά συγκινημένη κι η αδερφή μου να χαμογελά περήφανη. Αν υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι στον κόσμο που μπορούσαν να  καταλάβουν τι σήμαινε αυτή η στιγμή για εμένα, αυτές ήταν δυο τέτοιοι άνθρωποι...ο άλλος ήταν ο μπαμπάς που ήταν μακριά μα κοντά με τη σκέψη του κι ο Πα μου, που καθόταν ανάμεσα στον κόσμο κι ευτυχώς δεν μπορούσα να δω το βλέμμα του γιατί ίσως και να μας έπιαναν  τα γέλια από την αμηχανία!


Μα στ'αλήθεια το ζούσαμε αυτό;
Ο χώρος γεμάτος, άνθρωποι παντού, ένα διάχυτο συναίσθημα αγάπης πλανούνταν στον χώρο. Μάτια που κοιτούσαν με τρυφεράδα μεγάλη και μετά χέρια που μου χάρισαν πελώριες σφιχτές αγκαλιές και λόγια αγάπης εκεί ανάμεσα σε φιλιά κι ευχαριστίες...Ήταν μια βραδιά δώρο. Μια βραδιά γεμάτη ψυχή. Γεμάτη αγάπη! Δυόμιση ώρες απόλυτου συναισθήματος...όσο κρατάει μια θεραπευτική ομάδα! Ένας Κύκλος λοιπόν όλοι μαζί...Όχι τυχαία!

Θα μπορούσα να μιλώ για ώρα για όλα αυτά που ένιωσα την βραδιά εκείνη...μα δεν έχει νόημα. Ήμουν μεθυσμένη από χαρά. Ένιωθα μια απίστευτη πληρότητα! Είναι αδύνατο να περιγράψω το ακριβές μου συναίσθημα...Νομίζω πως ένιωθα σαν παιδί μπροστά στον Άγιο Βασίλη. Ένιωθα αυτή την παιδική έκπληξη και ταυτόχρονα συστολή. Ακριβώς έτσι!

Σας ευχαριστώ. Σας ευχαριστώ όλους! Δεν ξέρω πως να χωρέσω σε μερικές λέξεις αυτό που μου χαρίσατε...Με κάνατε να νιώσω ξεχωριστή. Κάνατε το μικρό μου κοχύλι πελώριο!!!!

Η επόμενη ημέρα ήταν αφιερωμένη στην οικογένεια. Μαγική Πλάκα. Μοναστηράκι. Παιδιά, γέλια. Φωτογραφίες γεμάτες Ελληνικό φως και χρώμα. Γεύσεις απίθανες. Αγκαλιές βαθιές. Αστεία και πειράγματα. Γεμίσαμε αγάπη. Αγάπη και χαρά. 


Η γιαγιά τρισευτυχισμένη με τα εγγόνια της. Τα εγγόνια τρισευτυχισμένα με τα ξαδέρφια, τη γιαγιά και τη θεία τους την μικρή μας ξαδέρφη που είναι το πιο υπομονετικό τους παιχνίδι! κι εγώ εκεί με τα κορίτσια μου που είχα τόσο πολύ πεθυμήσει κι ήταν δώρο το να είμαι εκεί μαζί τους σ'αυτά τα υπέροχα  σοκάκια, σ' αυτή τη γειτονιά την πιο όμορφη της γης...Τη γειτονιά των Αγγέλων!
Πως να μην βγεις μια φωτογραφία σ'αυτή τη γειτονιά....
...και τώρα θα σας δείξω τι έγινε για να βγει μια φωτογραφία...

Στηνόμαστε...περνάει ο πρώτος...παρέλαση με το παγωτό σημαία!


 περνάει ο δεύτερος....με αφηρημάδα περίσσεια...


περνάει ο τρίτος... "καλά ρε μικρέ και συ τώρα θα περάσεις;" Με έγραψε  αφοσιωμένος στο παγωτό του...


Να την λοιπόν τα καταφέραμε...κι είναι μια αγαπημένη, αγαπημένη φωτογραφία!


Η Αθήνα γεμάτη ήλιο κι οι πλατείες γεμάτες κόσμο! Πληρότητα μέσα μου γύρω μου, πάνω μου ακόμη κι εκεί μακριά μου...Πληρότητα...

Γυρίσαμε, μα πήρα μαζί μου κάτι μικρό..."Μικρό Λευκό Κοχύλι. Δώρο από τη χώρα του Ποτέ".
Το φοράω στο λαιμό, με μια λεπτή αλυσιδίτσα...Είναι το δώρο της μικρής μου αδερφής. Μικρή κι αυτή, μα πελώρια τελικά, σαν το κοχύλι...

kapaworld instagram
...και φτάσαμε στο σήμερα. Μια εβδομάδα μετά. Σαν να ήταν ψέμα. Σαν ένα αξέχαστο όνειρο. Οι υπέροχες φωτογραφίες του αγαπημένου Χρήστου (χίλια ευχαριστώ φίλε) ήρθαν να μου θυμίσουν την κάθε λεπτομέρεια, της κάθε πολύτιμη στιγμή.

Θα ήθελα να μπορούσα να σας ευχαριστήσω τον κάθε φίλο αναγνώστη, έναν έναν ονομαστικά, μα είναι αδύνατο. Θα ήθελα να καταγράψω το όνομα του κάθε φίλου blogger που ήταν εκεί μα φοβάμαι μην ξεχάσω και αδικήσω κάποιον, μα σας θυμάμαι όλους. Θυμάμαι κάθε σας λέξη, κάθε χειρονομία, κάθε τρυφερό, θλιμμένο δάκρυ. Σας θυμάμαι! Θα σας θυμάμαι πάντα και θα σας ευγνωμονώ για κάθε τι που μου χαρίσατε...

Το Μικρό Λευκό Κοχύλι, παρουσιάστηκε κι επίσημα λοιπόν, στο χώρο από όπου ξεκίνησε το ταξίδι του!
Είτε ήσασταν εκεί, είτε όχι, σας ευχαριστώ που το συνοδεύσατε. Σας ευχαριστώ που το στηρίξατε. Σας ευχαριστώ που πιστέψατε σ'αυτό...αγαπημένοι! Αγαπημένοι μου...

Ραντεβού στη Θεσσαλονίκη ...
                                                                                                                            Κατερίνα

Πέμπτη 7 Απριλίου 2016

Keep running!

Το να τρέχεις έχει μέσα του κάτι το αρχέγονο. Σαν να ξυπνά ο κοιμισμένος κυνηγός των ξεχασμένων ονείρων. Σαν να θυμάται το σώμα την άγρια χαρά του να ορμάς με φόρα στις πλαγιές και τα λιβάδια, με εκείνα τα παιδικά αδύνατα ποδαράκια, πολλά χρόνια πριν κι ο αέρας χτυπά το αναψοκοκκινισμένο πρόσωπο σου και νιώθεις ελεύθερος...Ένας ελεύθερος κι ευτυχισμένος μικρός άνθρωπος που έχεις χάσει, στα χρόνια που πέρασαν...και σαν να τον ξαναβρίσκεις μέσα σου.
Πάντα εκεί ήταν, πάντα εκεί, θαμμένος σε ενήλικες υποχρεώσεις, σε ενήλικο φορτωμένο με καταχρήσεις σώμα, σε κατασκευασμένες ανάγκες, σε ώριμες σκέψεις...σε ευθύνες!

...και σαν αρχίζεις να τρέχεις βρίσκεις όλα αυτά τα χαμένα χρόνια, τις στοιβαγμένες στην άκρη στιγμές και νιώθεις αληθινός. Νιώθεις γεμάτος με μια χαρά που σε πάει πίσω σαν αστραπή. Πίσω...τότε που όλα τα ζούσες με το σώμα σου κι όχι με το μυαλό σου!

Αγαπώ το τρέξιμο.Το αγαπώ γιατί αγαπώ τον εαυτό μου σαν τρέχει. Αγαπώ την δύναμη που νιώθω, τις μνήμες που ξυπνούν, τις εικόνες, που γεννά το σώμα, τον έλεγχο του μυαλού...
Το τρέξιμο με κάνει αγέρωχη στα μάτια μου. Με κάνει γενναία μέσα μου. Νιώθω ατρόμητη. Νιώθω αληθινή. Νιώθω αγάπη για αυτό το σώμα, που μου δίνει τόση ικανοποίηση.

ΝΝ 11ος Διεθνής Μαραθώνιος Μέγας Αλέξανδρος
Αυτά σκεφτόμουν στο αμάξι προς την Πέλλα. Νύχτα ακόμη ξημερώνοντας Κυριακή 3 του Απρίλη, την ημέρα του 11ου Μαραθώνιου Μέγας Αλέξανδρος. Κοίταζα τα αμάξια να έρχονται από την αντίθετη κατεύθυνση κι ένιωθα συγκίνηση μεγάλη για αυτό τον δρόμο που σε λίγο θα έτρεχα πάνω του. Για αυτά τα πόδια που θα κουβαλούσαν το φορτίο του σώματος μου, για αυτό το μυαλό που ήλπιζα να μην με εγκαταλείψει....
"Το μόνο που με πονά" ψιθύρισα στον εαυτό μου, "είναι όλα αυτά τα χρόνια που άφησα να πάνε χαμένα...Κοιμόμουν όρθια! Θα ήθελα τόσο να ήμουν 10 χρόνια νεότερη. Να έχω περισσότερα χρόνια μπροστά μου, για να τρέχω..."

Ένιωθα δυνατή. Ήρεμη. Ήξερα πως δεν είχα προετοιμαστεί τόσο καλά, μα δεν με ένοιαζε. Η αγωνία μου κι οι υποχρεώσεις τους τελευταίους μήνες με είχαν αποδιοργανώσει...η θλίψη των τελευταίων ημερών με είχε θέσει τελείως εκτός. Δεν μπορείς να τρέξεις σε Μαραθώνιο με μισάωρες προπονήσεις, τις τελευταίες δύο εβδομάδες...κι όμως εκείνη την ώρα ήξερα πως δεν μπορούσα να είμαι πουθενά αλλού...Μόνο εκεί, να ακολουθώ το χρωματιστό καραβάνι των ανθρώπων που χοροπηδηχτά χάνονταν μέχρι πέρα μακριά εκεί που έφτανε το μάτι.

Αυτόν τον Μαραθώνιο είχα αποφασίσει να τον τρέξω για έναν σκοπό πελώριο...Είχαμε κανονίσει με το Δέντρο Ζωής, να έχουμε μπλούζες με το όνομα του, να τρέξουμε με εκείνον μέσα μας, με την ελπίδα πως ο μικρός, θα βρισκόταν πια στη Βοστώνη κι εμείς θα συνεχίζαμε εδώ να μαζεύουμε χρήματα για την δική του Μαραθώνια διαδρομή.
Όμως σαν ο ανιψιός μου χάθηκε, χάθηκε κάθε στόχος, κάθε ελπίδα, κάθε νόημα...μα είχα την ανάγκη να μείνει κάτι...κάτι. Δεν ήξερα τι, μα το ένιωθα πως αυτό το δρομικό ταξίδι έπρεπε να το κάνω!

KaPaworld instagram
Έτσι στάθηκα εκεί στην εκκίνηση μαζί με τους υπόλοιπους χρωματιστούς ανθρώπους νιώθοντας πιο άδεια από ποτέ, πιο θλιμμένη από ποτέ, πιο μόνη, μα και πιο ήρεμη και δυνατή από ποτέ...κι άρχισα να τρέχω...

Αυτά τα υπέροχα πρώτα χιλιόμετρα, είναι μαγικά. Τρέχουμε όλοι μαζί, ο ένας σχεδόν πάνω στον άλλο. Κανείς ακόμη δεν φορά ακουστικά. Ακούς ανάσες, ακούς βήματα μαλακά, ακούς χαμηλόφωνα γέλια και ψιθύρους γιατί όλοι μιλούν με μια τρυφερή ευλάβεια. Σαν να βρίσκονται  σε ένα μέρος ιερό...Σαν όλες οι ψυχές ενώνονται μαζί προς τα πάνω και κοιτάζουν μακριά, πάνω από τα κεφάλια, πάνω από τα σώματα...
Μια υπέροχη μυστικιστική σχεδόν διαδικασία, σαν ομαδική προσευχή...Λίγα χιλιόμετρα μετά αυτό χάνεται. Οι άνθρωποι διασπώνται. Αποκτά ο καθένας τον ρυθμό του, οι παρεούλες χωρίζονται κι ο καθένας μπαίνει στην προσωπική του προσπάθεια. Την δική του σιωπή. Εκεί έβαλα τα ακουστικά κι άρχισε η εσωτερική μου συγκρότηση, ο διαλογισμός μου.

Σε αυτό τον Μαραθώνιο όλα ήταν αλλιώτικα. Η μαγεία κι ο ενθουσιασμός της πρώτης φοράς είχε δώσει την θέση τους σε μια απατηλή, βεβαιότητα. Όλα γνώριμα, μα τίποτε ίδιο!
Η απόλαυση μικρή, γιατί όλα τα μετέφραζα διαφορετικά. Το τεράστιο φιδογυριστό καραβάνι των ανθρώπων που έτρεχαν μου θύμιζε τους εξαθλιωμένους πρόσφυγες. Οι άνθρωποι που έτρεχαν φορώντας μπλούζες για φιλανθρωπικούς σκοπούς, μου θύμιζαν έναν σκοπό χαμένο. Οι μυρωδιές μου φανέρωναν τα κουφάρια νεκρών ζώων στις άκρες των δρόμων. Κάποια φορά τρόμαξα και χοροπήδησα, βλέποντας τα γυμνά δόντια ενός νεκρού σκυλιού. Όλα μου θύμιζαν εγκατάλειψη και τέλος. Όσα όσα δεν είχα, όλα όσα δεν πρόλαβα, όλα όσα δεν θα γίνουν ποτέ...
Γιατί τρέχεις; Έλεγα μέσα μου. Γιατί μου το κάνεις αυτό; Γιατί δεν είμαι σπίτι πρωί Κυριακής να τρώω πρωινό με τα μικρά μου; Γιατί με σέρνεις σ' αυτή τη σκληρή άγρια άσφαλτο που διαλύει τα γόνατα μου αντί να μ' αφήσεις να ξεκουραστώ;

Μα το μυαλό έκανε αυτό που ήξερε καλά. Με αγνοούσε κι έβαζε το ένα πόδι μπροστά από το άλλο..."Ήρθα για να τρέξω" σκεφτόμουν, αυτό και τίποτε άλλο...Κι έτρεχα δυνατά, ωραία, με άνεση, πέρασα το 21 χιλιόμετρα πιο γρήγορα από ποτέ κι ήμουν χαρούμενη κι ήρεμη και κάπου εκεί άρχισα να νιώθω έναν γνωστό πόνο. Τον ήξερα. Γνωριζόμασταν. Δεν τον φοβόμουν. Συνέχισα.

Όταν τρέχεις ξέρεις το σώμα σου. Οι αμέτρητες ώρες προπόνησης σου έχουν δείξει. Έχεις μάθει τις αδυναμίες σου, ποιο σημείο ζορίζεται, σε ποιο χιλιόμετρο, ποιος πόνος έρχεται πρώτος, ποιος ακολουθεί. Έχεις μάθει να ελέγχεις τον πόνο, να τον διακρίνεις, να τον ξεχωρίζεις, να τον καλωσορίζεις και να τον διώχνεις όταν μπορείς...Όταν δεν μπορείς έχεις μάθει να τον ανέχεσαι!
Το ξέρεις πως θα πονέσεις κι όλες οι προπονήσεις έχουν έναν στόχο, όχι να μην πονάς, μα να μάθεις να αντέχεις τον πόνο.

Ο πόνος μου δυνάμωνε, μεταμορφωνόταν, απλωνόταν. Άρχισε από το ισχίο. Σαν δυνατή σουβλιά. Οξύς, δυνατός, απόλυτος. Ένιωσα πως είναι αλλιώτικος από αυτόν που ήξερα. Πάντα με πονά το ισχίο, μα όχι έτσι. Αυτό τον πόνο δεν τον αναγνώριζα.
Συνέχισα μέχρι τον επόμενο σταθμό, μήπως και βρω πάγο και βοηθήσει. Δεν είχαν ψυκτικό. Συνέχισα μέχρι τον επόμενο σταθμό και πάλι δεν είχαν  ψυκτικό. 
"Σταμάτα μια μηχανή μου" είπαν. "Αυτοί έχουν". Σταμάτησα μια μηχανή. Δεν είχε ψυκτικό. Σταμάτησα μια δεύτερη. Δεν είχε. "Στον επόμενο σταθμό" μου είπε, "μετά την ανηφόρα"... 

Ο ξεκούραστος άνθρωπο δεν μπορεί να διανοηθεί τι σημαίνει το "μετά την ανηφόρα"...Θύμωσα, μα συνέχισα. Στον επόμενο σταθμό δεν είχαν ψυκτικό. Κατέρρευσα στην άκρη του δρόμου από απογοήτευση. Δεν μπορούσε κανείς να με βοηθήσει. Ένα αναλγητικό, μια βοήθεια, μια συμβουλή, κάτι...Τίποτα. 
Το μόνο που μου είπε η κοπέλα από τι πρώτες βοήθειες είναι πως τα λεφτά που πληρώνουμε δεν φτάνουν για πολυτέλειες...και δεν τους δίνουν ψυκτικά..."για βάλτα κάτω και μέτρα πόσα λεφτά πλήρωσες. Φτάνουν δεν φτάνουν!" έτσι μου είπε και αναρωτιόμουν τι διάολο σκεφτόταν και μου τα έλεγε αυτά εκείνη τη στιγμή, σε εμένα που ήμουν ιδρωμένη, σχεδόν στραβή και διαλυμένη από τον πόνο...
Με είδε απογοητευμένη και μου είπε, "μην στεναχωριέσαι, κάνε ένα κουράγιο στον επόμενο σταθμό έχει τζελάκια" κι αν δεν ήμουν τόσο χάλια θα γελούσα δυνατά. Με έστελνε για τζελάκια στον επόμενο σταθμό κι εγώ δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου από τον πόνο. Έλεγε το ένα λάθος πράγμα πίσω από το άλλο κι ύστερα κοίταξε το όνομα μου κρεμασμένο στη συμμετοχή μου και μου είπε  σοβαρά, "Κατερίνα κορίτσι μου, μήπως θέλεις να εγκαταλείψεις;'

Τα πόδια μου άρχισαν να τρέχουν από μόνα τους. Δεν ήθελα να μου μιλάει. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι σήμαινε το να είμαι εκεί.Τι σήμαινε αυτό που ζούσα. Σταμάτησα μόνο λίγα μέτρα μετά. Ήμουν συντετριμμένη με την διαπίστωση πως δεν  μπορούσα να τρέξω. Ο πόνος από το ισχίο έφτανε μέχρι την πατούσα μου και είχε μουδιάσει όλος ο αριστερός γοφός μου, ένιωθα σουβλιές σε κάθε μου κίνηση...
Τι κάνω τώρα;
"Μην σταματάς. Μην αφήνεις το σώμα σου να κρυώσει. Κράτα χαλαρό ρυθμό. Συνέχισε. ΣΥΝΕΧΙΣΕ!"

Είναι αυτές οι φωνές που ακούς από ανθρώπους που σου είναι άγνωστοι και την κατάλληλη στιγμή σαν κάποιος να τους στέλνει εκεί, μόνο για εσένα...Σε προσπερνούν πολλοί, μα υπάρχουν και εκείνοι που σταματούν για εσένα...Έτσι κι εκείνος...Σταμάτησε για εμένα, με την παρέα του, για να μου δώσει δύναμη κι ένα χαλαρό ρυθμό, για να μου πιάσει κουβέντα και να ξεχαστώ. Άρχισα πάλι να τρέχω. Σιωπηλά, χωρίς χαρά, χωρίς επικοινωνία και συνέχισα έτσι. Αργά σαν χελώνα. Σταματώντας κάθε λίγο για να κάνω διατάσεις, ξεγελώντας τον εαυτό μου πως στο επόμενο δέντρο θα σταματήσω, στην επόμενη κολόνα, στο επόμενο χιλιόμετρο, στον επόμενο σταθμό...

Βρήκα ψυκτικό στον σταθμό του 33ου χιλιομέτρου. Δεν βοήθησε σε τίποτα και απλά συνέχισα να τρέχω, αργά, ασθμαίνοντας, κουτσαίνοντας, σταματώντας. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως δεν θα το ξανακάνω αυτό για κανένα λόγο. Πως δεν θα ξαναπάρω μέρος σε κανένα Μαραθώνιο, πως δεν θα ξανατρέξω ποτέ πια στη ζωή μου. 
Είχα από ώρα πετάξει τα ακουστικά καθώς δεν άντεχα τη  μουσική κι άκουγα πια μόνο την ανάσα μου που έβγαινε με θόρυβο, μεγαλώνοντας την αυτολύπηση μου. Ήθελα να τελειώσει γρήγορα κι ο μόνος τρόπος, ήταν να τρέχω αντί να περπατάω.
Η πελώρια ανηφόρα  αυτή που την προηγούμενη φορά με είχε αποτελειώσει μου φάνηκε αστεία. Όχι τυχαία προπονούμουν μόνο σε ανηφόρες τους τελευταίους μήνες. Ήμουν άνετη και λυπήθηκα που δεν μπορούσα να το απολαύσω. Που δεν μπορούσα να τρέξω σωστά και γρήγορα, μειώνοντας το χρόνο μου.
Όλα μέσα μου ούρλιαζαν να σταματήσω κι εγώ έτρεχα σαν υπνωτισμένη. Σαν το μυαλό να μην μπορούσε πια να δώσει καμία σωστή εντολή...Ήταν σαν να είχε γίνει ζελέ, μαρμελάδα!
...και κάπου εκεί στο 38ο χιλιόμετρο συναντώ πάλι τον τύπο που με είχε παρακινήσει στα ζόρικα..."τρέχεις ακόμη; Δεν σταμάτησες;"
Χαμογέλασα με κόπο...τι να του έλεγα; πως κάθε λεπτό έψηνα τον εαυτό μου να σταματήσει ή πως έκανα προπονήσεις έναν ολόκληρο χρόνο για να είμαι εκεί ή πως ακόμη κι αυτός ο απίστευτος πόνος, ήταν δώρο γιατί ήταν ζωή.
Εκείνος έμεινε πίσω γιατί φρόντιζε κι άλλους πονεμένους κι εγώ έφυγα μπροστά μα η φωνή του με ακολούθησε..."είσαι ψυχάρα". Μου φώναξε δυνατά "Είσαι ψυχάρα!"

Γέμισαν δάκρυα τα μάτια μου. Με αυτή την πολύτιμη ηχώ...μπήκα στα τελευταία επώδυνα χιλιόμετρα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Είδα έναν δρομέα πεσμένο κάτω.Δυο μόνο χιλιόμετρα πριν το τέλος. Ήταν άνθρωποι πάνω του και του έδιναν τις πρώτες βοήθειες κι εκείνος φαινόταν να υποφέρει...Τι κρίμα, τι κρίμα, τόσο κοντά στο τέλος...Ήθελα να κλάψω,να κλάψω απαρηγόρητη γιατί ένιωθα  και τον δικό του πόνο...μα εγώ άντεχα ακόμη κι είχα την ευκαιρία μου. Τον προσπέρασα τρέχοντας όσο πιο γρήγορα μπορούσα.
"Αυτός ο δρόμος είναι δικός μου κι ήρθα εδώ για να τον τρέξω το γαμημένο!" είπα κι ήταν σαν να έστελνα το μήνυμα κατευθείαν μέσα μου.Ο στόχος είχε από ώρα αλλάξει πορεία. Ο στόχος ήμουν πια εγώ!

Γιατί τον έζησα αυτό τον Μαραθώνιο; 
Γιατί βίωσα όλον αυτό τον πόνο; 

Για αυτά τα τελευταία χιλιόμετρα. Για εκείνο το δυνατό χτύπημα χεριών που άκουσα μπαίνοντας μέσα στην πόλη, περπατώντας κούτσα κούτσα κι όταν γύρισα να κοιτάξω προς το μέρος από όπου ακούστηκε το χτύπημα είδα έναν αθλητή από τα πέντε χιλιόμετρα που έτρεχε στη διπλανή λωρίδα να με κοιτάζει με ένταση και με το χέρι του μου έκανε μια κίνηση αυστηρή που σήμαινε,τρέξε! κι έτρεξα...
Για εκείνον τον τύπο που μπήκε μπροστά μου και μου φώναξε. "Είσαι αστέρι που το κάνεις αυτό. Αστέρι!" 
Για εκείνη την απίθανη άγνωστη φωνή που ακούστηκε από κάπου να φωνάζει "Μπράβο, μπράβο 1728, Μπράβο σου!" 
Για τον φίλο Δημήτρη που μπήκε μπροστά μου με την φωτογραφική του φωνάζοντας το όνομα μου κι ύστερα άπλωσε το χέρι του για να το χτυπήσω κι εγώ δεν είχα τη δύναμη να σηκώσω το δικό μου, μα η φωνή του μου έδωσε μια ακόμη σημαντική ώθηση. Για τους άγνωστους νεαρούς που φώναξαν "Μπράβο κυρία Κατερίνα", διαβάζοντας το όνομα μου στο έντυπο συμμετοχής πάνω μου! Ήθελα να τους μαλώσω "κεριά και λιβάνια καθάρματα" αλλά δεν είχα το παραμικρό κουράγιο!

Για τον φίλο Κώστα που μου φώναξε με όλη του τη δύναμη  "Respect!" κι η φωνή του ακούστηκε ως τον ουρανό...Για το φίλο Σπύρο που στην κυριολεξία μπήκε μπροστά μου χοροπηδώντας και φωνάζοντας "Να 'την, να' την Κατερίνα. Α ρε Κατερίνα, Τερματίζεις!" 
Για το αγαπημένο Σέργιο και την Μαρία, που φώναζαν το όνομα μου χειροκροτώντας με εκεί στην άκρη της διαδρομής, για την Ελισάβετ μου που μ'αγκάλιασε κι έκλαιγε κι εγώ δεν καταλάβαινα τι μου γινόταν και για εκείνον τον άγνωστο που μου φώναζε "Λίγο ακόμη. Λίγο ακόμη, ένα ακόμη κουράγιο, μην σταματάς" όταν έπρεπε να κάνω εκείνα τα γαμημένα τελευταία 195 μέτρα...γιατί όχι δεν είναι 42 χιλιόμετρα. Είναι 42.195 και τα τελευταία 195 μέτρα είναι σαν να σε κυνηγούν όλοι οι Δαίμονες της κόλασης μαζί!!!!

Γι αυτό έτρεξα. Για όλους αυτούς που με χειροκροτούσαν φωνάζοντας κι ενώ ένιωθα πως η εικόνα μου θα πρέπει να ήταν αξιοθρήνητη, στραβή, κουτσή, κατακόκκινη από τον δυνατό ήλιο και ιδρωμένη, μα ένιωθα ευγνωμοσύνη για κάθε φωνή. Για κάθε πολύτιμη ενθάρρυνση!

Κι έφτασα...με άθλιο χρόνο έξι μόλις λεπτά νωρίτερα από πέρσι...κουτσαίνοντας, ασθμαίνοντας, νομίζοντας πως θα σπάσω στα δύο...Δεν με ένοιαζε ο χαρούμενος κόσμος, οι φωνές, οι επευφημίες, το πανηγύρι γύρω μου...ήθελα απλά να εξαφανιστώ! κι ύστερα κάθισα ούτε θυμάμαι πως, στο γρασίδι κι έγινε το αναπόφευκτο. Άρχισε το σώμα να κρυώνει κι ο πόνος να γίνεται σαν μαύρη τρύπα έτοιμη να με καταπιεί. Δεν ήμουν πια εγώ, μα ένα κουβάρι.
Δεν θυμάμαι τίποτε πέρα από την απόγνωση που φέρνει ο σωματικός πόνος. Η προηγούμενη εικόνα της δύναμης κατέρρευσε και την θέση της πήρε αυτή...την αγαπώ αυτή την φωτογραφία, γιατί είναι τόσο αληθινή που με συγκινεί!


Μετά από τη συμβουλή του Σέργιου πήγα στα υπαίθρια θεραπευτήρια για μασάζ. Η κοπέλα που έκανε το μασάζ φώναξε τον χειροπρακτικό γιατί δεν μπορούσε να με βοηθήσει με τον πόνο, που δεν ήταν μυικός.
Εκείνος έβαλε τα πόδια μου στην σειρά και τα ίσιωσε. Μου είπε πως πως έχει μετατοπιστεί το ισχίο. Μετατόπιση ισχίου;
Δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό, μα εκείνος χωρίς να με αφήσει να πάρω ανάσα μου έκανε ανάταξη κι έβαλε στη θέση τους τα οστά. Έγινα θέαμα...Οι φωνές μου θα μπορούσαν να ήταν αστείες αν δεν ήμουν τόσο αξιοθρήνητη και τα κρακ, κρουκ, ακούγονταν στα αυτιά μου σαν σπασίματα.
Ένιωθα σαν παρτάλι.Το σώμα μου δεν υπάκουγε σε καμιά εντολή πια και εκείνος δούλευε με ταχύτητα χωρίς να προλάβω καν να σκεφτώ, ή να τον σταματήσω για να πάρω μιαν ανάσα.
Κι ύστερα απλά μου είπε, σήκω...και σηκώθηκα!

Ένιωσα σαν τον αναστημένο Λάζαρο.Ο πόνος υποφερτός πια και περπατούσα. Στραβά, κουτσά, μα περπατούσα!

...Ο πόνος μετριάσθηκε, άρχισα πάλι να χαμογελώ, έφαγα ένα υπέροχο μπιφτέκι παρέα με φίλους,  γέλασα με τα αστεία τους και τα πειράγματα τους, απόλαυσα ένα μαγικό παγωτό, έκανα μπάνιο, φόρεσα επιτέλους καθαρά ρούχα, έβαλα πάγο στα γόνατα και με τα πόδια ψηλά, ξάπλωσα στον καναπέ. Πονούσαν ακόμη και τα νύχια των χεριών μου. Πονούσε όλη μου η ύπαρξη. Δεν ένιωθα περηφάνια, μα ανακούφιση...και αμέσως μετά άρχισα να σκέφτομαι πως θα κάνω αποτελεσματική αποκατάσταση του ισχίου, άρχισα να οργανώνω καλύτερα τις μελλοντικές μου προπονήσεις και τις ασκήσεις ενδυνάμωσης και να σχεδιάζω τον επόμενο Μαραθώνιο, τον Κλασσικό στην Αθήνα. Έτσι απλά!

Αυτός ο Μαραθώνιος, όχι δεν ήταν μια υπέροχη πνευματική εμπειρία, σαν τον πρώτο. Ήταν πόνος κι απόγνωση. Δεν ήταν σιωπή. Ήταν ουρλιαχτό! 
Σκέφτομαι τι πήρα από όλο αυτό.Τι πήρα κι ενώ ήμουν σε απόγνωση δεν εγκατέλειψα κι όχι μόνο αυτό, μα σχεδιάζω και τα επόμενα βήματα μου. 
Τι ήταν αυτό που με έκανε να συνεχίσω.Τι ήταν αυτό που δεν μ'άφησε να παραιτηθώ...Δεν ξέρω στ'αλήθεια. 
Το μόνο που ξέρω είναι πως εκείνες τις στιγμές, δεν ήμουν εγώ. Δεν ήταν το μυαλό μου. Βγήκε από μέσα μου μιαν άλλη. Ήμουν ολόκληρη ο στόχος κι αυτό σαν να με είχε εξουσιάσει. Τώρα νιώθω πόσο χαζό ή επικίνδυνο ήταν αυτό. Πόσο παιδαριώδες και ανόητο. Πόσο ρίσκαρα, να κάνω σοβαρή ζημιά στον εαυτό μου και πόσο τυχερή ήμουν...

Μα αν με ρωτήσει κανείς ποιος Μαραθώνιος ήταν πιο σημαντικός, θα πω αυτός...Ο τελευταίος μου. Γιατί μου έδωσε μια γνώση τόσο σημαντική που θα χρειαζόμουν χρόνια για να την κατακτήσω!

Όταν ξεκινάς μια διαδρομή, δεν ξέρεις που θα σε βγάλει. Ελπίζεις μόνο να έχει νόημα η προσπάθεια. Κι αυτή η προσπάθεια είχε νόημα κι αξία. Γιατί δεν χρειάζεται όπως νόμιζα,  πείσμα για να τα καταφέρεις στα ζόρικα. Δεν αρκούν η προπόνηση, η τύχη, ο καιρός.
Για να τα καταφέρεις δεν αρκεί να το θέλεις πολύ. Δεν αρκεί  να το έχεις ανάγκη. Δεν αρκεί να ζητάς βοήθεια, δεν αρκεί να σε εμψυχώσουν, να σε φροντίσουν και να σου δώσουν κουράγιο.

Αυτός ο Μαραθώνιος κατά έναν περίεργο τρόπο, μίκρυνε λίγο το μεγαλείο των 42.195 χιλιομέτρων στο μυαλό μου. Για να τα καταφέρεις να αναμετρηθείς μαζί του,  χρειάζεται απλά, να έχεις αποφασίσει, να αναμετρηθείς με τον εαυτό σου.
Με τον φόβο, την αγωνία, τον πόνο, την ματαίωση, την πίκρα, τη θλίψη που αντέχεις  και  τη χαρά που δεν αντέχεις...
Γιατί είναι θηρίο κι όλα τα αντέχει ο άνθρωπος, το μόνο που δεν αντέχει...είναι ο άγνωστος εαυτός του!
Σε αυτόν τον Μαραθώνιο ξανά συστηθήκαμε ο εαυτός μου κι εγώ...και τίποτε δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο γιατί αν στον προηγούμενο Μαραθώνιο κέρδισα το θαυμασμό του εαυτού μου σε τούτον αντιλήφθηκα πως είμαι πολύ λίγη μπροστά σε αυτό που είναι εκείνο...το μέχρι τώρα άγνωστο κομμάτι μου!

Αγαπημένοι, μέσα μας έχουμε έναν άγνωστο εαυτό...σε αχρηστία. Βγαίνει μπροστά, μόνο αν το πείσμα κι εγωισμός μας γίνουν σφουγγαρόπανα. Την απίθανη εκείνη στιγμή που θα εμφανιστεί, δεν γίνεσαι ήρωας, ούτε αποκτάς δυνάμεις υπεράνθρωπες. Αντίθετα αντιλαμβάνεσαι πως είσαι φτιαγμένος από σάρκα κι οστά.
Σάρκα και οστά. Ανθρώπινος. Πιο ανθρώπινος από ποτέ. Πιο ευάλωτος από ποτέ. Πιο αληθινός από ποτέ!
Καταλαβαίνεις πως ο πόνος είναι σύμπτωμα, της σάρκας και των οστών, μα ξεχειλίζει από τα πιο σκοτεινά κουτάκια του μυαλού σου κι εκεί η επέμβαση είναι δύσκολη μα καίρια...
Αν ήρθε η ώρα να εγκαταλείψεις κάνε το...μα να είσαι σίγουρος πως ήρθε η ώρα, γιατί αλλιώς θα έχεις εγκαταλείψει μια ακόμη μάχη που άξιζε να δοθεί!

Γιατί η επιλογή, δεν είναι μόνο, ελευθερία, είναι κι ευθύνη!

Keep running λοιπόν, όχι γιατί δεν έχεις επιλογή, μα γιατί είσαι ελεύθερος να επιλέξεις ακόμη και τον πόνο. Όχι επειδή είσαι δυνατός, όχι γιατί δεν τον φοβάσαι, μα γιατί δεν τον φοβάσαι τόσο που να εγκαταλείψεις! Εκτός κι αν η εγκατάλειψη, δεν σε τρομάζει περισσότερο, από τον ίδιο τον πόνο...

Καλημέρα αγαπημένοι...Πονάμε, όμως δεν είμαστε, ούτε κάνουμε τους ατρόμητους. Είμαστε άνθρωποι, με σώμα αληθινό, γεμάτο ατέλειες και αδυναμίες. Γεμάτο πάθη και πληγές.
Μα ευτυχώς απλώνεται ο δρόμος μπροστά μας...κι ο δρόμος είναι μακρύς, μα είναι η ευκαιρία. Η ευκαιρία που είναι δική μας. Το δώρο της ζωής προς εμάς. Ο δρόμος είναι η δυνατότητα να μάθουμε, να αλλάξουμε, να γνωρίσουμε, να ζήσουμε.
Ο δρόμος είναι η υπόσχεση, για όλα αυτά που ποτέ δεν τολμήσαμε...Συνεχίζουμε! "Δεν αφήνουμε το σώμα μας να κρυώσει".
Έχουμε πάντα την επιλογή της εγκατάλειψης, μα συνεχίζουμε γαμώτο! 

Σας ευχαριστώ όλους ακόμη μια φορά για όλα τα υπέροχα, γεμάτα έμπνευση μηνύματα σας. Ευχαριστώ όλους τους άγνωστους ανθρώπους που με βοήθησαν εκεί στην άκρη κάθε δρόμου. Οι φωνές τους ήταν δροσερό αεράκι στα διαλυμένα πόδια μου.
Τον φίλο δρομέα που με εμψύχωσε στα δύσκολα, τον βρήκα. Κάπως μαγικά κάτι μας συνέδεσε και βρεθήκαμε στον ιντερνετικό χώρο μερικές ώρες μετά. Είναι όχι τυχαία ο πρόεδρος του Συλλόγου Δρομέων Υγείας Θεσσαλονίκης κι απέδειξε πως ο αθλητισμός είναι πάνω από όλα αλληλεγγύη. Είχα για καλή μου τύχη,την ευκαιρία να του πω ένα μεγάλο ευχαριστώ.
Τέλος ένα μεγάλο ευχαριστώ στο αγαπημένο μου Κοινωνικό Σύλλογο Δέντρο Ζωής και τους φίλους μου! Έτρεξα μαζί σας... σας ευχαριστώ που κάνατε το στόχο μου στόχο σας κι αν ακόμη το στόχος χάθηκε...δεν χάθηκε ποτέ το νόημα! Νιώθω ευγνωμοσύνη που για ακόμη μια φορά ήσασταν εκεί! Μου είστε πολύτιμοι...
                                                                                                                                    Κατερίνα

Μπορείτε να διαβάσετε την εμπειρία του πρώτου μου Μαραθώνιου εδώ! "42 Χιλιόμετρα Σιωπής"

Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

Μικρό Λευκό Κοχύλι.Η παρουσίαση στην Αθήνα!

Μιλούσα στο τηλέφωνο με τον εκδοτικό και συζητούσαμε το ενδεχόμενο μιας παρουσίασης του κοχυλιού. Ο στόχος ήταν πρώτα το βιβλίο να παρουσιαστεί στη Θεσσαλονίκη, μα η μια αναποδιά έφερε την άλλη...και μετά κάποιες αναποδιές τις έφερα εγώ και τελικά η παρουσίαση στη Θεσσαλονίκη πήρε μια μικρή παράταση....
Μιλώντας όμως με τον εκδοτικό αναρωτιόμουν αν θα είχε νόημα μια παρουσίαση στην Αθήνα...Η συνομιλήτρια μου μου είπε πως θα είχε νόημα αν έχω κοινό στην Αθήνα...


Δεν ξέρω πραγματικά τι σημαίνει αυτό μα απάντησα "νομίζω πως έχει νόημα να γίνει..." και προχωρήσαμε προς αυτή την κατεύθυνση.... 
Πρόσφατα οι εκδόσεις το ανακοίνωσαν στην ιστοσελίδα τους (Εκδόσεις Γαβριηλίδης) οπότε επίσημα πια και με μεγάλη χαρά το ανακοινώνω κι εγώ αγαπημένοι. 

Στις 8 Απρίλη, την επόμενη Παρασκευή δηλαδή στις 20.00 το απόγευμα στο Poem's and Crimes των Εκδόσεων Γαβριηλίδη, στην οδό Αγίας Ειρήνης 17 στο Μοναστηράκι, θα γίνει η παρουσίαση του βιβλίου μου. Θα είμαι εκεί, από όπου άρχισε το πρώτο του ταξίδι!

Μαζί μου ως παρουσιαστές του βιβλίου, θα μου κάνουν την τιμή να είναι δυο άνθρωποι που θαυμάζω κι αγαπώ πολύ.

Ο Χαράλαμπος Πουλόπουλος. Αναπληρωτής καθηγητής Κοινωνικής Εργασίας στο Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης και Συγγραφέας.
Ένας άνθρωπος σπουδαίος στη ζωή μου, αφού υπήρξε διευθυντής ΚΕΘΕΑ για 18 χρόνια, ενός φορέα στον οποίο έχω εργασθεί για πάνω από 15 χρόνια.







Ο Βαγγέλης Προβιάς, Συγγραφέας, εισηγητής σεμιναρίων Δημιουργικής Γραφής, κειμενογράφος και συντονιστής της  "Ομάδας Συγγραφής Πεζογραφίας" του προγράμματος "Greece-UK Creative Writing Exchange".
Ένας αληθινός καλλιτέχνης τους λόγου που υπήρξε εμπνευστής μου. Μας έφερε κοντά ο ιντερνετικός κόσμος. Γνωριστήκαμε στις Ψηφιακές Γειτονιές και συνεργαστήκαμε στους Κύκλους Ζωής.






Νιώθω περηφάνια κι αγωνία και αδημονώ...Άνοιξη στην Αθήνα, έχω να ζήσω από τότε που τα λέγαμε όλοι οι bloggers μαζί στις Ψηφιακές Γειτονιές...
Θα ήθελα να είστε εκεί, όσοι μπορείτε φίλοι Αθηναίοι και θα σας περιμένω. Κάποιους να σας γνωρίσω, κάποιους να σας αγκαλιάσω ξανά γιατί σας έχω πεθυμήσει.
Το να είστε εκεί θα είναι τιμή για εμένα.Τιμή και χαρά πελώρια...γιατί αυτό το ταξίδι, το ξεκίνησα μαζί σας και μαζί σας θέλω να το μοιραστώ...


Κρατήστε την ημερομηνία:
Παρασκευή, 8 Απρίλη, στις 20.00
Που;
Στο Poem's and Crimes Εκδόσεις Γαβριηλίδη,
Αγίας Ειρήνης 17, Μοναστηράκι.

Σε μια βδομάδα λοιπόν Αθήνα σου ερχόμαστε...Τι χαρά! Αγαπημένοι μου...σας περιμένω!!!...
                                                                                                                                    Κατερίνα